Σάββατο 6 Απριλίου 2024

Σε κάθε τρόπο σου, χωρά ο τόπος σου;


 

 

Υπάρχουν φορές που οι άνθρωποι αμφισβητούν τις μνήμες τους, για να μην παίρνουν αληθινές απαντήσεις. Μα μπορεί ο άνθρωπος να ζήσει χωρίς Ιστορία, χωρίς μνήμη; Υπάρχουν φορές που η ψυχική μας υγεία ορίζεται κυρίως δια της απουσίας της. Όπως και η ευτυχία, άλλωστε στις μέρες μας. Και αυτό, γιατί στοιχείο ταυτότητας του σύγχρονου βίου είναι απλά η καταξίωση του εντυπωσιασμού. Οπότε στο σέλας των αναμνήσεων που ο καθένας μας έχει, πιότερο κατοικούν στεγνές και μάταιες πληροφορίες που τις κουβαλάμε και τις συσσωρεύουμε χωρίς καν να τις διαλέγουμε. Και εμείς συνεχίζουμε να γεννάμε επιθυμίες που δεν συνειδητοποιούμε ότι τις έχει γεννήσει ο φόβος μας.

Πλέον στην εποχή μας η μνήμη προσαρμόζεται στις ανάγκες μας, αλλά σε ανάγκες που υπακούνε στους νόμους της επιβίωσης, αλλά και στις επιταγές της αγοράς. Και έτσι με αυτόν τον τρόπο εμπειρίες και μνήμες γίνονται κομμένες και ραμμένες στα γούστα του καταναλωτή-πελάτη. Και κάπου εκεί στα φυλάκια της μνήμης μου, που φιλώ σκοπιά, μπαίνω στον πειρασμό να γίνω ένας αντιρρησίας μνήμης. Γιατί οι περισσότεροι από εμάς επιχειρούμε να ζήσουμε χωρίς τον εαυτό μας; Πως θα προχωρήσουμε όσο είμαστε αυτό που δεν είμαστε πια; Ποιοι φόβοι μασουλάνε τον χρόνο μας;

Με ρωτάς που πάω….Πάω για service τις αναμνήσεις μου, θέλουν αλλαγή τα τακάκια των φρένων που αυτές φέρουν. Εκεί έχω καταντήσει. Αποπροσανατολισμένος και απορροφημένος σε μνήμες και προσδοκίες και το τώρα μου περνά αξόδευτο, απαρατήρητο, ανάξιο…σαν το φαγητό που περισσεύει και το πετώ στα σκουπίδια, γιατί το έχω αφήσει να μουχλιάσει. Και στο τέλος τι μου μένει; Να μαστιγώσω τις μνήμες μου, να τις ματώσω μπας και στάξουν τις πορφυρές αλήθειες τους.

Σε κάθε τρόπο σου, χωρά και ο τόπος σου; Ο τόπος της μνήμης σου; «Απελπισμένη ερώτηση που ψάχνει την απάντησή της», θα μου πεις. «Πόσα «θέλω» σκούριασαν μέσα σου;» .Σε ρωτώ. «Τόσα, όσα και τα ρήματα τα ανύπαρκτα που κυοφορώ, τα φανατισμένα επίθετα, τα σκελετωμένα ουσιαστικά μου», μου απαντάς. «Ποιόν λαβύρινθο ετοιμάζεις στον εαυτό σου;», επιμένω. «Όσο οι αντοχές μου γίνηκαν δελτία προβλέψιμου καιρού», μου αποκρίνεσαι. «Όσο αντικαθιστούμε τις ελπίδες μας με πειραγμένα ζάρια».

 Ζούμε εποχές που ακόμα και οι ευχές μας , κάνουν αναστροφή. Γιατί στο τέλος τέλος τι άλλο είμαστε παρά η αλήθεια που κρύβει ο καθένας μέσα του; Ζούμε σε εποχές που αγκομαχάμε να αντέξουμε την ψηφιακή μας πραγματικότητα. Τουλάχιστον προσπάθησε να μη μείνεις στον χρόνο που περιμένεις…απάγκιασε καλύτερα στον χρόνο που ελπίζει, καθώς ο χρόνος έχει το βάρος των πραγμάτων που έχεις κάνει, μα πολύ περισσότερο αυτών που δεν έκανες από φόβο.

Χανόμαστε σε εποχές που το πρόβλημα με τα πολλά επίθετα στις λέξεις μας είναι ότι μας τυφλώνουν να δούμε το ουσιαστικό μας. Τελικά είμαστε οι ζωές που δεν ζήσαμε; Αλήθεια πώς να ξεφύγει κανείς από τις συνέπειες των απουσιών του; Και πόσο εμπιστοσύνη δείχνεις σε αυτά που αντέχουν στον χρόνο και στη σιωπή; Χανόμαστε σε εποχές που κατά κάποιον τρόπο ο καθένας φοβάται αυτό που του αξίζει και όλες εμείς οι ανθρώπινες ζωές σαν άρρωστοι καιροί, μουχλιάζουμε στις γωνίες των φόβων μας. Μα άνθρωπε ο χρόνος δεν είναι ληγμένες υποσχέσεις…ο χρόνος είναι ένταση, διάρκεια, κατόρθωμα σε αυτά που θέλεις να κάνεις. Ο χρόνος είναι ο πόνος που δεν τον σηκώνεις…απλά τον καταλαβαίνεις. Χρόνος είναι, στη ζωή που αξιώνεις, να μπορείς να ανέβεις ως εκεί που μπορείς να κατέβεις. Για αυτό σου λέω στέγνωσε του φόβους σου, τους κάθιδρους με υπομονή, με θάρρος, με αγκαλιά και με ένα φιλί. Ξέρω πως δεν έχουν μάθει οι ζωές μας την αξία της υπομονής, αλλά της αντοχής, ξέρω πως κάποιες φορές δεν είμαστε ίδιοι…αρκεί όμως να είμαστε ο εαυτός μας.

Κάνουμε μνημόσυνο στις μνήμες μας; Περπατάμε βιαστικά μέσα σε ρωγμές, σε αναστεναγμούς, σε κάτι ξεχασμένα χαμόγελα; Περπατάμε βιαστικά μέσα μας; Σε μια εποχή τόσο ασφυκτικά γεμάτη, ερεθίσματα, αληθινές και fake πληροφορίες, αλγόριθμους που μπορούν από το μηδέν να κατασκευάσουν ολόκληρες πραγματικότητες, πώς επηρεάζονται η μνήμη και η νοσταλγία; Αλήθεια σε ρώτησα, κάνεις μνημόσυνο στης μνήμες σου; Σε μια εποχή που οι μάχες που δεν έδωσες είναι οι πληγές σου, που συγχώρεση σημαίνει ότι αποζητάς την αλήθεια μα εμείς δεν έχουμε συγχωρέσει ούτε τους εαυτούς μας , ούτε τους συνανθρώπους μας. Απλά ζούμε σε ελεύθερες…κυριαρχίες άλλων. Και σε εμάς απομένει να είμαστε ελεύθεροι να διαλέγουμε τις σκλαβιές μας. Γιατί πριν φοβηθούμε να δούμε τι είμαστε, φοβόμαστε μήπως και το χάσουμε. Γιατί σε αυτά που η ξεχνάει η μνήμη μας συνήθως κρύβεται η ισορροπία και η ηρεμία του καθενός μας.

Για αυτό σου λέω μην ζεις σε οξειδωμένους χρόνους με άβαφες ανάγκες. Απλά να αφουγκράζεσαι και να χαίρεσαι τις λεπτομέρειές σου. Καθώς η ζωή περνά και δεν υπολογίζει εκπτώσεις. Γιατί η αλήθεια έχει ένα ειδικό βάρος, που το ψέμα δεν μπορεί να ανταγωνιστεί. Γιατί καμιά φορά στη ζωή το αντίθετο του αληθινού δεν είναι το ψεύτικο…μα το σωστό ηθικά. Για αυτό σε ρωτώ…Οι διαπραγματεύσεις σου έχουν ανοχές ή αντοχές πλέον; Αλήθεια σε ποια διορία τελειώνουν οι φόβοι σου; Οι πόνοι σου; Και σαν κάψεις τις αναμνήσεις σου, τι καπνός θα βγει…λευκός ή μαύρος; Πόσο σε κρατά πίσω η βαρύτητα των φόβων σου και οι νόμοι τους; Και πως είναι πλέον οι ευχές σου και αυτές να ψεύδονται; Και όταν παίζεις κρυφτό με τους φόβους σου, τους βρίσκεις όλους ή αυτοί σου λένε «φτου ξελευθερία»;

Όσο για εμένα πασχίζω να θυμηθώ να μην ζω στην ισορροπία των εκκρεμοτήτων μου. Να θυμηθώ να μην γλιστρήσω στους φόβους μου και πάθω συντριπτικά κατάγματα συναισθημάτων. Να θυμηθώ να μην γίνω μια υπόσχεση που δεν άκουσε ούτε καν τις ανάγκες μου. Να θυμηθώ…να θυμηθώ. Αλήθεια θυμάμαι; Θυμάμαι ότι στα μικρά της ζωής γεννιέται η ανυπέρβλητη θέληση για να ζήσουμε; Θυμάμαι ότι η αλήθεια έχει το πιο πλούσιο λεξιλόγιο της, όταν τα έχει πει όλα,…τη σιωπή της; Όσο για εμένα πασχίζω….και όταν όλα τελειώσουν τότε μόνο θα αναμετρηθούμε ψυχή μου….

Τετάρτη 28 Φεβρουαρίου 2024

Η πτήση που γεννήθηκε από την πτώση της...


 

     Μια φορά και κανέναν καιρό, δηλαδή στις μέρες μας, στη χώρα της ονειροφαντασίας των παιδιών –όπου μόνο εκεί οι αλήθειες και τα επιτεύγματα τους μπορούν να σουλατσάρουν ανενόχλητα- έπαιζαν και περνούσαν δημιουργικά τέσσερις μικροί φίλοι. Ή αλλιώς η ομάδα Σ. Ο Σπύρος, η σκάλα, η σαΐτα και το σκόρδο. Ο καθένας τους με την δικιά του προσωπικότητα και χαρακτήρα. Ο μικρός Σπύρος, στα πρώτα χρόνια της παιδικής του ηλικίας, γεμάτος περιέργεια για αυτά που δεν μπορεί ακόμα να κατορθώσει. Η σκάλα με την αέναη θέα της από τα χαμηλά της στα ψηλά της, εκεί πάντα ως στήριγμα. Η σαΐτα ως μια πεινασμένη φαντασία  που ήθελε να αγγίξει το όνειρό της και το σκόρδο, ταπεινό, γεμάτο χώματα που του θύμιζε την προέλευσή του, με έντονη μυρωδιά και με ένα κάψιμο που έκαιγε το «κακό μάτι» των περαστικών.

     Μια και δυο και τρεις που λέτε οι τέσσερις αυτοί φίλοι βάλθηκαν να κάμουν το παιχνίδι τους….κατόρθωμα…και αυτό εμπειρία…και αυτή με τη σειρά της…αλήθεια. Τη δική τους αλήθεια, που μόνο μέσα από την σχέση, την αθωότητα και την παιδική αυτή φιλία θα μπορούσε να πάρει σάρκα και οστά. Ήθελαν να πετάξει η σαΐτα όσο πιο μακριά και ψηλά μπορούσε και να τους μεταφέρει ύστερα όλα αυτά που έζησε και είδε. Έστω και εάν αυτό το πέταγμα διαρκούσε λίγες στιγμές…αέναες όμως στην καρδιά τους.

     Ο μικρός Σπύρος πήρε στα χέρια του τη φίλη του τη σαΐτα και προσπάθησε να ανέβει όσο πιο ψηλά μπορούσε στη σκάλα. Τέντωσε τα μικρά χεράκια του για να φτάσει στο πρώτο σκαλί της σκάλας.

-¨Πρόσεχε Σπύρο από πού πιάνεσαι. Με έχουν αφήσει τον τελευταίο καιρό παραμελημένο οι γονείς μου και μου έχουν βγει αγκίδες στο σώμα μου. Πρόσεχε μην σου μπει καμιά¨.

-¨Εντάξει, εντάξει¨, αποκρίθηκε ο μικρός ανυπόμονος Σπύρος γνέφοντας καταφατικά το κεφάλι του στη σκάλα, μα που στην ουσία δεν έδωσε την κατάλληλη προσοχή στα λόγια της…και τσουπ πάτησε μία και μάτωσε το ακροδάχτυλο του ποδιού του.

¨Μάτωσα , μάτωσα!¨αναφώνησε ο Σπύρος.

-¨Μην φοβάσαι¨, είπε το σκόρδο. ¨Αυτό λέγεται μάθημα και εμπειρία. Έλα πλησίασε, πάρε μια σκελίδα και τρίψε την στην πληγή σου για να την απολυμάνει. ¨

-¨Συγγνώμη φίλε μου!¨φώναξε η σκάλα εμφανώς στενοχωρημένη.

-¨Όλα καλά, όλα καλά¨, απάντησε ο μικρός Σπύρος. Τώρα θα είμαι προσεχτικός. Και έτσι ξαναπροσπάθησε να τεντώσει το σώμα του για να φτάσει το πρώτο σκαλί, μα δεν τα κατάφερνε καλά, γιατί κρατούσε παράλληλα και τη φίλη του τη σαΐτα.

-¨Χμμ¨, μουρμούρισε το σκόρδο, που ήξερε από δυσκολίες στη ζωή του, μιας και έπρεπε να βλαστήσει και να δώσει τον καρπό του μέσα από  αντίξοες για αυτό συνθήκες που είχε ζήσει στο χώμα. Μα αυτό το έκανε πιο ώριμο, πιο ανθεκτικό και πιο πιστό στον εαυτό του και σε αυτό που ήθελε να δώσει. ¨Κοίτα, βάλε στα χείλη σου την ελαφριά σαΐτα, ώστε και τα δυο σου χέρια σου να είναι ελεύθερα. Αυτό λέγεται προσαρμοστικότητα και ευστροφία¨.

-¨Έχεις δίκιο! Πως δεν το είχα σκεφτεί¨. Και έτσι έκανε. Και ανέβηκε με επιτυχία και το πρώτο και το δεύτερο και το τρίτο σκαλί, μα κουράστηκε γιατί ήταν μικρός για να ανέβει εύκολα και γρήγορα την σκάλα.

-¨Εεε Σπύρο, άκουσε με λίγο¨, του μίλησε η σκάλα. ¨Ξαπόστασε λίγο σε κάθε σκαλί. Απόλαυσε τη θέα που σου δίνει το καθένα, δες το ως ένα παράθυρο και δες αυτά που σου χαρίζονται. Όλα θα σου φανούν χρήσιμα. Αυτό λέγεται υπομονή. Δες σε κάθε παράθυρο τη διαφορετική οπτική γωνία που σου χαρίζει η ζωή , από τα κάτω έως και τα πάνω.¨ Και έτσι έπραξε ο μικρός Σπύρος. Έπαιρνε ανάσες απορρόφησης των γύρω του και αυτό τον έκανε πιο ξεκούραστο και πιο αισιόδοξο ταυτόχρονα. Κάπως έτσι λοιπόν έφτασε  στην κορυφής της σκάλας.

-¨Επιτέλους, επιτέλους! Τα καταφέραμε!¨, αναφώνησε με χαρά η μικρή σαΐτα. ¨Έλα Σπύρο πέταξέ με όσο πιο μακριά γίνεται¨ Και έτσι έγινε, μα όταν έφυγε από τα χέρια του Σπύρου, ελάχιστα πέταξε και σωριάστηκε χάμω. Τσαλακώθηκε. Στενοχωρήθηκε. Πτοήθηκε. Μα οι άλλοι τρεις φίλοι δεν άφησαν μόνη της τη σαΐτα. Έστερξαν για να τη βοηθήσουν να σηκωθεί και να την παρηγορήσουν.

-¨Μη στενοχωριέσαι φίλη μου σαΐτα, ξέρεις δε μπορούμε πάντα να τα καταφέρνουμε σε όλα με την πρώτη. Αυτό λέγεται επιμονή στο όνειρο. Δίψα για την επόμενη προσπάθεια. Αυτό μας κάνει πιο σοφούς. Γιατί θα δεις πως μέσα από την πτώση σου θα γεννηθεί η πτήση σου. Να ο Σπύρος θα σουλουπώσει λίγο τα φτερά σου και τη μύτη σου, θα τα κάνει πιο ίσια. Βιάστηκες να πετάξεις, ενώ δεν είχε καθόλου αέρα¨ είπε το σκόρδο.

-¨Έχεις δίκιο¨, απάντησε η σαΐτα. ¨Επιπόλαια σκέφτηκα και έπραξα. Μα τώρα με την φροντίδα σας και την αγάπη σας γίνηκα πιο δυνατή μέσα μου, πιο αποφασισμένη, γίνηκα ….πιο ψυχή. Οπότε η πτήση μου είναι η αγάπη σας τελικάααααα…..¨ και δεν πρόλαβε να τελειώσει τη λέξη της αφήνοντας πολλά «αααα» να αιωρούνται αναπάντεχα και συναρπαστικά και ένα αγιασμένο μελτέμι, κάτι σαν μοίρα το λες, φύσηξε και την ανασήκωσε τόσο όμορφα, τόσο απρόσμενα, τόσο αρμονικά που η καρδιά της πήγαινε να σπάσει. Και έκανε κύκλους, μικρούς και μεγάλους, γνώριμους και άγνωστους…ώσπου στο τέλος αποκαμωμένη από μια γλυκιά εξάντληση ήρθε και προσγειώθηκε ξανά κοντά στους φίλους της. Σιγά σιγά ήρθε το απόβραδο και οι τέσσερις φίλοι ήτανε όλοι τους τόσο ευτυχισμένοι που το κατάφεραν, που μοιράστηκαν όλα αυτά, που κατάλαβαν πως  μόνο μέσα από τους ανθρώπους που αγαπάς μια πτήση μπορεί να γεννηθεί από την πτώση της.

     Επιμύθιο: Άνθρωπε η διαφορά του δυνατού από το αδύνατο είναι ότι το αδύνατο του παίρνει λίγο περισσότερο χρόνο…μα εσύ έχεις χρόνο…γιατί αντέχεις…αρκεί να θυμηθείς το παιδί μέσα σου. Κοίτα λοιπόν να επιστρέφεις συχνά εκεί που ονειρεύτηκες μας και συναντήσεις τον αληθινό σου εαυτό. Γιατί δεν είναι εύκολο τελικά να υπάρχεις όταν ξεχάσεις το παιδί μέσα σου. Αρκεί να είσαι διαφανής, διαπερατός και σταθερός. Και όχι μονάχα ένας ρόλος που επέτρεψες να σου επιβάλλουν. Άνθρωπε δεν έχει σημασία εάν τα όνειρά σου αντέχουν στην καθημερινότητά σου, αλλά εάν η καθημερινότητά σου αντέχει στα όνειρά σου. Για να δεις ποιος είσαι, ρώτα τον εαυτό σου τι θέλει, γιατί το θέλει και με ποιον τρόπο το θέλει. Και φρόντισε ο δρόμος που αφήνεις πίσω σου να μην είναι ο δρόμος που αφήνεις τα όνειρά σου.

     Μια φορά και κανέναν καιρό, δηλαδή στις μέρες μας, στη χώρα της ονειροφαντασίας των παιδιών, όπου μόνο εκεί οι αλήθειες και τα επιτεύγματά τους μπορούσαν να σουλατσάρουν ανενόχλητα, ζούσαν αρμονικά τέσσερις καρδιακοί φίλοι…ο Σπύρος, η σκάλα, η σαΐτα και το σκόρδο. Ή αλλιώς η ομάδα των σςςς…απέναντι στους φόβους μας.

Σάββατο 2 Δεκεμβρίου 2023

Θες να ισορροπήσουμε;


 

Είναι καιρός τώρα που  μόνον τα πεπραγμένα σου αποφασίζουν για εσένα, σου πιστώνουν τη ζωή σου. Και εσύ γίνηκες μια κάρτα τροτέζα που μπαινοβγαίνεις στις αναλήψεις των ευθυνών σου, στις καταθέσεις των φόβων σου, στις τελευταίες κινήσεις των ονείρων σου. Ποιο είναι το υπόλοιπό σου άνθρωπε;

Είναι καιρός τώρα που εισπνέεις μονάχα της αναρχίας σου τους φόβους, οι οποίοι σε κοιτάνε ανομολόγητα και εσύ είσαι σε πανικό. Γιατί δεν μεταλαμβάνεις άνθρωπε την ελευθερία σου ως ένα άχραντο μυστήριο;

Είναι καιρός τώρα που δεν περπατάμε με αξιοπρέπεια τις ζωές μας. Με γάζες σταματάμε πρόχειρα την αιμορραγία του κενού μας, άντε και λίγο οξυζενέ σύνεσης μπας και αφρίσουν τα τραύματα των πληγών μας και ξαφρίσουν τις αλήθειες τους. Γιατί προφασίζεσαι τις αποφάσεις σου άνθρωπε;

Είναι καιρός τώρα που τις μουσκεμένες δειλίες μας, τις  αναπαριστούμε στο μιλιμετρέ χαρτί της ζωής μας για να δείχνουν πιο μικρές…με την προσδοκία να τις αντιμετωπίσουμε κάποτε. Στο πρακτορείο του εγωισμού σου άνθρωπε έχεις τη δύναμη να δεις τα πάθη σου, τα από καιρό δοσμένα;

Είναι καιρός τώρα που ξεμένουμε από χρόνο, υπακούμε στις απουσίες μας και πειθαρχούμε στις συνένοχες σιωπές μας. Ασφαλτοστρώσαμε τα συναισθήματά μας με την πιο δυνατή πίσσα και οδηγούμε τα οχήματα που είμαστε…εντελώς άδεια. Ποιες ανάγκες πυρακτώνουν τις επιθυμίες σου πλέον άνθρωπε;

Είναι καιρός τώρα που το μέλλον μας αναγκαστικά θα μας προδώσει. Γιατί παίζαμε κρυφτό στους φόβους μας, στις ευθύνες μας, στα όνειρά μας. Μα να θυμόμαστε πως πάντα στο τέλος για να ξελευθερωθείς…πρέπει να σε «φτύσουν». Μα εμείς συνεχίζουμε να χτίζουμε το αφορολόγητο της ματαιοδοξίας μας προσκομίζοντας αποδείξεις θλίψης και απογοήτευσης μονάχα. Φλερτάρουμε ανόητες λύπες, ανούσιες που ζητιανεύουν τη διάψευσή τους και καταναλώνουμε μετά βουλιμίας αδικαίωτους πόνους. Γιατί άνθρωπε;

Είναι καιρός τώρα που χρησιμοποιούμε, σαν ληγμένα προφυλακτικά, ανθρώπους, μόνο και μόνο για τις επιθυμίες μας. Τις ραγισμένες ωστόσο. Και κάπου εδώ γδύνονται οι σκέψεις μας χωρίς αιδώ, γιατί με ευστοχία απόγνωσης σκοντάφτουμε, τρακάρουμε σε σαραβαλιασμένα τίποτα που μας πασάρουν ως political correct . Γιατί άνθρωπε ταριχεύεις στο τώρα σου το χθεσινό σου φόβο;

Μα σήμερα από την μήτρα μιας λέξης, που λέγεται αγάπη, θα συναντήσω τα μυστικά μου στο φως της. Και καθώς η σελήνη πεισματικά αρνείται να αδειάσει το φως της πάνω μου, κρυμμένη στο παρασκήνιο των σύννεφων, ως πρόφαση, θα κατανοήσω πως τελικά εγώ…εσύ…αυτός…είμαστε το φως εκείνο στο μεγαλύτερο σινεμά, τον ουρανό μας, όπου θα δούμε τις προβολές μας απόψε. Ακόμα και ως μια λάμπα που κρέμεται σε τεντωμένο σκοινί. Θες να ισορροπήσουμε;

Σάββατο 18 Νοεμβρίου 2023

Μί...λα...ρε...


 

Μια φορά και κανέναν καιρό, μέσα σε μια πολύβουη κοινωνία, μέσα σε έναν κονιορτό ενήλικων εγωιστικών προθέσεων, ζούσαν επτά παιδικές νότες. Η «Ντο» ένα όμορφο κορίτσι, που ο φόβος της, της είχε αντικαταστήσει τη συστολή της. Ο «Ρε», ένα ατίθασο σγουρομάλλικο αγόρι που επειδή κανείς από τους δικούς του δεν του έδινε σημασία, έκανε ότι του κατέβει στον παιδικό του αυθορμητισμό μπας και τον προσέξουν. Η «Μι», μια λιγομίλητη μικρή παρουσία, που το μόνο που δεν ήθελε να ακούει ήταν ο ήχος του ονόματός της, μα με  ¨η¨ ….¨μη¨ από τους γονείς της που την είχαν εγκλωβίσει στα όριά τους. Ο «Φα», ένα γλυκύτατο τροφαντό αγόρι , που κανείς δεν του έκανε παρέα λόγω των παραπανίσιων κιλών του. Η «Σολ» μια κακοποιημένη παιδική ψυχή, θύμα οικογενειακών καταστάσεων, που το σημάδι της βίας πάνω στο κορμάκι της ήταν το όνομα της , ¨σολ¨ και το ¨α¨ του πόνου. Ο «Λα», ένα εσωστρεφές, αντικοινωνικό αγόρι, που για να καταφέρει να επιβιώσει σε μια οικογένεια που ο μπαμπάς του ήταν παραβατικός και η μαμά του με βαριά κατάθλιψη, επιδίδονταν σε λα-μογιές. Και ο «Σι», ένα πανέξυπνο αγόρι που ήταν ¨σί-γουρο¨ πως εάν όλα τα παιδιά ενωθούν και πως εάν όλες οι νότες  που κρύβουν στις ψυχές τους ταιριάξουν αρμονικά η μια με την άλλη, τότε αυτή η ψυχική τους κατάθεση θα άλλαζε τα ¨ώτα¨ των μεγάλων σε ¨φώτα¨ για να φωτιστούν επιτέλους τα σκοτάδια τους.

Μια φορά και έναν καιρό, δηλαδή τώρα, αυτές ο επτά παιδικές νότες αποφάσισαν να ανέβουν έστω για λίγο στα ακονισμένα όνειρά τους, μπας και κόψουν τα δεσμά τους από τη στυγνή πραγματικότητα τους, που τους κατέτρωγε. Και θέλαν να ανέβουν εκεί ψηλά στα όνειρά τους, γιατί ο ουρανός τους δεν ήξερε ούτε από φόβο, ούτε από ψέμα. Γιατί θέλαν ο ουρανός τους να γίνει βροχή και στα όνειρα των μεγάλων, για να καθαρίσουν οι οξειδώσεις των φόβων , να ξεβρωμίσουν οι δειλίες, να μουλιάσει η βία, να ποτιστούν τα άνυδρα συναισθήματα, να ξεδιψάσει το σκασμένο στόμα από τα ψέματα. Μπας και το ουράνιο τόξο ύστερα από τη βροχή, να γίνει γιοφύρι, πέρασμα από τα κακά μας στα καλά, από τα κάτωθεν στα Άνωθεν.

Μια φορά και κανέναν καιρό, δηλαδή τώρα, οι επτά παιδικές νότες αποφάσισαν να αναλάβουν δράση. Να στείλουν το πιο ηχηρό μήνυμα και στα υπόλοιπα παιδιά, αλλά και στους μεγάλους. Έτσι αποφάσισαν να κάνουν ¨κατάληψη¨ στα όνειρα όλων,για πρώτη και παντοτινή φορά, δίνοντας μια δυναμική απάντηση στις συνένοχες σιωπές και στις απειλητικές λέξεις που ταυτίζονται με την εξουσία, μα ήταν εκτός ουσίας. Κάπως έτσι τρία από δαύτες κληρώθηκαν να πέσουν με τα «αλεξ-‘ιπτωτα» τους, η «Μι»…ο «Λα» και ο «Ρε». Όλες μαζί σαν ένα σώμα, μια φράση «Μίλα ρε», μπας και ταρακουνήσουν τις αβέβαιες βεβαιότητες των μεγάλων και ακούσουν επιτέλους τα παιδιά τους για όλα αυτά που τους ανησυχούν. Γιατί κάθε παιδί είναι «αλέξ-ω»(απομάκρυνση κάποιου από το κακό) από την «πτώση» των μεγάλων.

Τρίτη 17 Οκτωβρίου 2023

Σκοτεινοί διάδρομοι με φωτεινές ψυχές...


 

«Γειά σας! Πώς ονομάζομαι; Έχω πολλά ονόματα. Το δικό μου είναι ¨Πορτοκαλί Πεταλούδα¨. Εσείς μπορείτε να με φωνάζετε και Λου-κά. Μου είπαν πως βγαίνει από τη φράση «κα-λού κακού». Και ότι εγώ είμαι το καλό. Μα μέσα μου, μέσα στο μυαλό μου, μέσα στα σωθικά μου υπάρχει και το κακό. Το κακό που κάνω στον εαυτό μου και στους γύρω μου. Μου λένε πως προξενώ πόνο τις φορές που δεν ξέρω ποιος είμαι. Αλλά τι φταίω εγώ που δεν ξέρω ποιος είμαι; Για αυτό αποφάσισα όπως οι Ινδιάνοι έχουν αυτά τα παράξενα ονόματα, να ονομάζομαι και εγώ ¨Πορτοκαλί Πεταλούδα¨. Μου λένε πως είμαι 22 χρονών, αλλά εγώ μπερδεύω ποιο 2 προηγείται…αφού νιώθω μόνος. Κάποιοι με φωνάζουν τρελό, ψυχάκια, ψυχασθενή, φρικιό. Μα εγώ είμαι μόνο μια ¨Πορτοκαλί Πεταλούδα¨.

 Και με την πεταλούδα αυτή εγώ μπορώ να πετώ όπου θέλω, όταν θέλω, όσο θέλω. Και σαν όνειρο η ψυχή μου να γυρίζει. Πάνω σας, κάτω σας, μέσα σας, έξω σας. Να μπορώ να φεύγω  μακριά από τα κάγκελα εδώ μέσα, να μην μπορούν να με δέσουν με σχοινί. Να μπορώ να πετώ στους χαλασμένους σοφάδες του ταβανιού που φαντάζουν σαν γιρλάντες από μούχλα και υγρασία, να πετώ έως τις πορτοκαλί ψυχές σας. Γιατί πορτοκαλί; Μα τέτοιο χρώμα έχουν.

Έτσι μου είπαν οι φίλες μου, η Ειρήνη και η Σταυρούλα….Εγώ βέβαια όταν τις συναντώ νιώθω πολύ χαρούμενος., νιώθω, νιώθω …ως πεταλούδα που πετά πάνω από τα κεφάλια τους. Και από την αμέτρητη χαρά μου τις φωνάζω ¨Σταυρήνη¨! Ήρθε η ¨Σταυρήνη¨ παιδιά! Σάμπως έτσι δεν πρέπει να είναι οι άνθρωποι; Όχι μόνοι. Μα δυο-δυο. Σαν στήριγμα ο ένας στον άλλον. Μάλλον από εκεί βγήκε και η ηλικία μου…δυο-δυο. Μα εγώ νιώθω μόνος. Μα σαν έρχονται οι φίλες μου κάτι γρατσουνισμένα πρωινά, η στάχτη μέσα μου γίνεται φως. Ένα πορτοκαλί φως. Σαν αυτό του ήλιου. Και εάν είναι να καώ , ας καώ από τον ήλιο μου τουλάχιστον. Για αυτό και εγώ είμαι μια ¨Πορτοκαλί Πεταλούδα¨ που σαν ψυχάρι ψάχνω να κάνω την επιμνημόσυνο δέηση και να κοινωνήσω Αγάπη.

Οι φίλες μου λοιπόν που λέτε , ¨Σταυρήνη¨, ήρθαν να μας μάθουν πως μπορούμε να εξυπηρετούμαστε σιγά-σιγά από μόνοι μας και να μπορούμε και να τρώμε και σωστά. Και όταν τις ρώτησα ποια «τροφή» είναι η καλύτερη για το σώμα και τη ψυχή μου…μου απάντησαν, το πορτοκάλι και η πεταλούδα. Το πορτοκάλι δίνει υγεία και βιταμίνες και η πεταλούδα την ελευθερία. Για αυτό και ονομάζομαι ¨Πορτοκάλι Πεταλούδα¨. Μάλιστα σε μια μας συνάντηση είχαν πάρει οι φίλες μου ένα πορτοκάλι και είχαν χαράξει με το μαχαιράκι τους πάνω στη φλούδα , μια πεταλούδα. Και ύστερα και άλλη και άλλη. Το δικό μου πορτοκάλι βγάζοντας τη σάρκα του, τη φλούδα του, σε αυτό το σχήμα χωρούσαν 4 πεταλούδες. Και από μέσα ξεπρόβαλλε ως ήλιος ολοζώντανος, ζωηφόρος ο καρπός του πορτοκαλιού σε φέτες, έτοιμες για μοίρασμα, για απόλαυση…για ζωή. Από τότε κάθε βράδυ πάνω στα φοβισμένα σεντόνια μου βάζω τις πεταλούδες φλούδες πορτοκάλι, για να φωτίζουν τα σκοτάδια μου, για να μην φοβάμαι. Για να μη νιώθω μόνος. Αλλά είμαι μόνος. Και τις μετρώ κάθε βράδυ, όπως τα χρόνια μου, ανά 2. Εγώ και εσύ. Εσύ και εγώ.

Είμαι η ¨Πορτοκαλί Πεταλούδα¨, κάποιοι με φωνάζουν Λου-κά. Μου είπαν ότι βγήκε ανάποδα από τη φράση «κα-λού κακού». Εγώ είμαι με το καλό, μα τα ψυχωτικά μου στο κακό. Προσπαθώ να είμαι 22 χρονών, όπως εγώ με εσένα που μας κάνουν 2 και η Ειρήνη με τη Σταυρούλα που κάνουν το άλλο 2. Μα κάποιες φορές νομίζω πως η ηλικία μου είναι  (1+1)2…γιατί κανείς δεν θέλει να πάρει τη φλούδα πορτοκάλι σε σχήμα πεταλούδας, που κάνει καλό και στην υγεία, έτσι μου είπαν η ¨Σταυρήνη¨. Και όταν τις ρώτησα γιατί ψάχνω το άλλο ένα μου και δεν το βρίσκω, μου είπαν πως εγώ δεν φταίω σε κάτι. Παρά μονάχα οι «απέξω άνθρωποι», οι λογικοί, που μόνο εάν «σταυρώσουν» τα λάθη τους θα φέρουν «ειρήνη» γαλήνια μέσα τους και τότε το 1 θα γενεί 2, όσο και οι πεταλούδες στα σεντόνια μου, όσο και η ηλικία μου».

Απόψε θέλησα να συλλάβω επ-αυτοφόρω τον ήχο της δικιάς μου ύπαρξης. Της δικής σου. Της δικής του. Μα οι χειροπέδες κενές, άχρηστες. Έχουμε προ πολλού «πεθάνει» μέσα μας, με τον τρόπο που έχουμε επιλέξει να ζούμε. Γινόμαστε άνθρωποι ανώφελοι μέσα στη μοναξιά του πλήθους, αγνοώντας επίμονα μα και εύστοχα τους ψυχικά νοσούντες συνανθρώπους μας που βρίσκονται δίπλα μας, μέσα μας ακόμα και στην οικογένειά μας, στη γειτονιά μας…και μας έχουν ανάγκη όπως και εμείς έχουμε ανάγκη αυτούς καθώς μας δίνουν απλόχερα το μονοπάτι της ευκαιρίας να σώσουμε τη ψυχή μας και να αξιωθούμε τις ζωές μας. Μην νομίζετε πως μόνον αυτοί ζούνε σε κελιά. Το ίδιο και εμείς. Απλά είναι οι δικοί μας τοίχοι αόρατοι. Άκου για λίγο τις κραυγές τους στη σιωπή σου. Και αν θέλουμε να νομίζουμε πως «τίποτα δεν ξέρουμε» για όλα αυτά, ας νοιώσουμε έστω γα μια φορά τα πάντα. Μη γινόμαστε για αυτούς τους ανθρώπους μια απελπισμένη απάντηση στις ερωτήσεις τους. Γιατί Άνθρωπε σε κάθε τρόπο σου απέναντί τους, χωρά και ο τόπος σου. Αυτόν που ψάχνεις για να ολοκληρωθείς. Οι συμπεριφορές μας δυστυχώς γινήκανε ασύγγνωστες. Άνθρωπε η αγάπη προς αυτούς τους συμπολίτες σου να είναι πιο δυνατή από την αρρώστια τους και εμπιστεύσου έστω για μια φορά την ανάσα τους, όπως τη μέρα που ήρθες στον κόσμο εσύ. Γιατί για αυτούς είσαι ο κόσμος τους….

 

Το κείμενο είναι εξ ολοκλήρου αφιερωμένο σε αυτές τις φωτεινές ψυχές του Ψ.Ν.Α του Δρομοκαΐτειου, όπου πραγματοποιείται και μια εικαστική έκθεση με τίτλο το «Στίγμα» από τις 10-29 Οκτώβρη, αλλά και στην αγαπημένη μου αδελφή Ειρήνη Τάσκου και στην επιστήθια φίλη της Σταυρούλα Μ., που μέσα από την Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία τους με τίτλο : «Η διατροφική εκπαίδευση ατόμων με ψυχωσική εμπειρία που νοσηλεύονται σε ψυχιατρικό νοσοκομείο και ενοίκων στεγαστικής μονάδας ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης, με στόχο την επίδραση στην αυτοεκτίμηση και στην ποιότητα ζωής τους», μας διαφώτισαν και μας δίδαξαν σε πολλά και σπουδαία….ευχαριστώ από ψυχής.

Σάββατο 12 Αυγούστου 2023

...για εσένα



 Και σαν πέσεις στα σκοτάδια σου...να θυμάσαι πως το πιο δύσκολο παζλ είναι αυτό με τα κομμάτια μας.

Και σαν λυγίσεις από τον αποκαμό των φόβων σου...να στοχαστείς πως στης ζωής τα ανείπωτα δεν υπάρχουν κατάλληλες ερωτήσεις , ούτε σωστές απαντήσεις...

Και σαν γείρεις στα ξεθυμασμένα όνειρά σου...να καρτεράς τα κρόσσια του ήλιου να τα φωτίσουν πάλι...

Και σαν γονατίσεις ανυπεράσπιστος στον πόνο...να στοχαστείς πως στις αλλαγές που ο πόνος φέρει θα βρεις την ισορροπία σου...

Και σαν κουραστείς από την ανερμάτιστη περιπλάνησή σου...αναρωτήσου, γιατί πιστεύεις ότι θα συμβεί αυτό που φοβάσαι και όχι αυτό που εύχεσαι;

Πάντα στις ζωές μας τα κρυμμένα θα είναι πιο πολλά από τα φανερά. Κρυμμένοι φόβοι, κρυμμένα απωθημένα, κρυμμένοι εραστές και ερωμένες, κρυμμένες πουτάνες μνήμες, κρυμμένοι πόνοι, κρυμμένα δάκρυα, κρυμμένες προσδοκίες, κρυμμένες λαχτάρες, κρυμμένοι καθημερινοί μικροί θάνατοι.

Μα δες λίγο...είμαι αντίκρυ σου, απλά στην απέναντι καρέκλα προσμένοντάς σε, σε μια πίστη για να σηκωθείς. Όχι γιατί είμαι εγώ...αλλά γιατί σε αγαπώ. Μόνον τότε ο θάνατος θα γίνει τελικά ανορθόγραφος στις πράξεις του , μα ολόσωστη θα είναι η αθανασία όλων όσων οι καρδιές και οι ψυχές μας...νοιώθουν.


Πέμπτη 20 Ιουλίου 2023

Η αιδώς στο εδώ μας...


 

     Μέρες ζόρικες. Μέρες ζεστές. Μέρες καύσωνα. Η δροσιά κατάντησε να γίνει η κρυφή ερωμένη όλων μας. Δεν μιλώ μόνο για την δροσιά στο σώμα, μα και για την δροσιά στην ψυχή. Μέρες που καίγονται τα σωθικά μας. Που δεν ξέρουμε τι θέλουμε, πως το θέλουμε… εάν τελικά θέλουμε κάτι. Η ακινησία της ψυχής και της καρδιάς, μας φαντάζει ως η μεγαλύτερη απειλητική φωτιά των συναισθημάτων και των ζωών μας. Λες και οι γωνίες των συναισθημάτων μας απέμειναν αγωνίες για τους φόβους μας. Και κάπως έτσι οι άγιες προθέσεις προς όλους και προς όλα – αυτές που είχαμε όταν ήμασταν παιδιά- ξεφτίσανε σε άγριες καθώς μεγαλώσαμε. Είναι λογικό να θυμώνουμε με όλα αυτά που εκτυλίσσονται αυτές τις μέρες πάλι με τις φωτιές. Μα σαν θυμώσουμε ας αναρωτηθούμε που μας χρησιμεύει αυτός ο θυμός. Και αυτό το γράφω, γιατί είθισται να θυμώνουμε με όλους εκείνους που εκμεταλλεύονται και χειρίζονται τον θυμό μας, αλλά τελικά είναι μια δικαιολογία για να μην αλλάξουμε εμείς οι ίδιοι στα λάθη μας, στις νοοτροπίες μας, στις μικροψυχίες μας, στους ωχαδερφισμούς μας, στα συμφέροντα μας, στους φόβους μας.

      Ίσως και για αυτό η ποιότητα της πολιτικής ζωής μέσα και έξω από την Βουλή είναι χαμηλή και ιδιοτελής και αποτελεί συνάμα έναν καθρέφτη της κοινωνίας μας. Έναν καθρέφτη που όμως αργά ή γρήγορα με τη σφοδρότητα που ο ήλιος πέφτει πάνω του θα πιάσουμε εμείς φωτιά στην αντανάκλαση που γίνεται και όχι τα είδωλα μας. Ίσως, και να πρέπει να γίνει έτσι… ώστε το ανθρώπινο είδος να ξαναβρεί μέσα του αξίες ηθικές, όχι απαραίτητα νόμιμες (όπως σήμερα παρουσιάζονται), μα δίκαιες, ποτισμένες με ανιδιοτέλεια, αλληλεγγύη και αγάπη.

      Μέρες ζόρικες. Μέρες που ζεματάνε. Καθώς συνεχίζουμε να δανειζόμαστε από το  lifestyle που μας πλασάρουν και το mainstream που μας επιβάλλουν τα αντανακλαστικά και τις κρίσεις μας. Συνεχίζουμε να πιστεύουμε ότι κάθε πληροφορία είναι απαραίτητα και γνώση. Και κάπως έτσι ο προσωπικός μας χρόνος κατάντησε  ο ράφτης των φόβων μας, μα και των συμφερόντων μας. Και κάπως έτσι κόβουμε τις αφέλειες από τις έννοιες και τις αξίες των λέξεων μας και τελικά αυτό που κατορθώνουμε είναι να γινόμαστε αφελείς στους φόβους μας. Λέξεις άνυδρες, απότιστες, αποξηραμένες, αγράμματες, νηστικές, βουβές και άτολμες στο καθημερινό δούναι και λαβείν μας.

     Καμμένες αλήθειες, λέξεις που διαλύονται σε κομμάτια άνευ νοήματος, απογνώσεις που δεν κραυγάζουν και αδικίες που καιροφυλαχτούν να γίνουν το πιο εύφλεκτο υλικό… προσάναμμα για το χάος που … έπεται. Σωσμένα ψέμματα που στην άμπωτη των φόβων σου θα δεις από τι εγωισμούς αποτελείσαι. Και εγώ αναρωτιέμαι «τί θα βρούμε, τί θα ανακαλύψουμε αν κοιτάξουμε και ψάξουμε πολύ μέσα μας;». Μπας και έτσι προλάβουμε τις λέξεις γκρεμούς και τις κάνουμε λέξεις γιοφύρια. Μπας και έτσι κατανοήσουμε τελικά ότι την αξία των ζωών μας θα την «απαντήσουμε» την ώρα του «φευγιού» μας. Ούτε νωρίτερα, ούτε αργότερα. Μπας και έτσι συνειδητοποιήσουμε ότι το που κοιτάμε δείχνει και το τι βλέπουμε.

        Εγώ πάντως σήμερα, το βλέμμα μου βρήκε απάγκιο στα σκουπίδια μας. Εκεί, μου αποκαλύφθηκε για σήμερα ο Θεός. Σε ένα κάδο απορριμμάτων. Να αντικρύζω ως μετεξεταστέος της ματαίωσής μου, την εγκαταλελειμμένη παιδικότητα που όλοι είχαμε μα που φροντίσαμε να την απορρίψουμε. Ως απορρίμματα σκουπιδιών. Και ο Θεός ως μια απροσδόκητη, ελεύθερη μνήμη ήρθε σήμερα και μου την φανέρωσε μέσα από ένα ξεκούρδιστο καρουζέλ και ένα παιδικό τηλέφωνο με κατεβασμένο το ακουστικό. Λες και περίμενα να το σηκώσει κάποιος στην άλλη γραμμή και να μιλήσουμε. Μα πως μπορεί να γίνει αυτό; Δεν ήξερα ούτε καν το τηλέφωνο επικοινωνίας… Κάπου εκεί χαμογέλασα, αναθάρρησα και συνειδητοποίησα πως δεν έχει σημασία αυτό, γιατί όποιο νούμερο και να  πάρεις κάποιος θα το σηκώσει για να μιλήσεις, να μοιραστείς, να λυπηθείς, να αλαφρώσεις, να εκτεθείς… απρόσωπα και χωρίς ιδιοτέλεια.

      Σήμερα ο Θεός μου μήνυσε, πως για να αλλάξουμε προς το καλύτερο την κοινωνία μας από χαμηλά πρέπει να ξεκινήσουμε. Χαμηλά και βαθιά μέσα μας. Για να αγγίξουμε την ευγένεια μιας ταπεινότητας. Για να μιλήσουμε με τα απορρίμματα μας που τελικά μας θάβουν, μα εμείς συνεχίζουμε ανενδοίαστα να τα παράγουμε με τον πάσης φύσεως υλικό και πνευματικό, μα σαθρό και άκριτο καταναλωτισμό μας. Τελικά, δεν είμαστε αυτό που καταναλώνουμε και απορρίπτουμε; Ας δούμε ο καθένας μας τα σκουπίδια του. Και ας σταματήσουμε να ζούμε με επιβεβλημένα τεχνητά Αλτσχάιμερ. Πάρε τα άφιλτρα συναισθήματα σου και κάνε μια γυροβολιά στο ξεκούρδιστο καρουζέλ της ψυχής σου. Στο κάθε «άτι» του θα βρίσκεις το κάθε «κάτι» που ξέχασες και εγκατέλειψες καθώς μεγάλωσες.

        Ξέρεις υπάρχουν «τέλη» στις ζωές μας που κρύβονται στις αρχές μας. Στα παιδικά μας χρόνια. Μα εμείς ξαστοχήσαμε να μας αποκοιμίσουν τα όνειρα που κάναμε μικροί. Τελικά, στις μέρες μας πως μετριέται το μαζί και πως η μοναξιά; Με ανέχεια ή με περηφάνεια; Πόσο καιρό προσμένουν οι δυνατότητες σου να εκφραστούν; Ας γίνουμε πολιτικά ανελαστικοί, μα με λόγο και αιτία. Αιτία που θα βρεις στα σκουπίδια σου όλα αυτά τα χρόνια. Ειδάλλως, θα ζούμε από στιγμή σε στιγμή και όχι σύμφωνα με αυτή. Ειδάλλως, όταν έχεις παραπάνω από όσα χρειάζεσαι δεν θα βρίσκεις αυτά που χρειάζεσαι. Ειδάλλως, ο μνήμες μας θα θυμούνται περισσότερα από όσα έχουμε δει, μα ξεχνάμε επιτηδευμένα.

     Σκύβω, σηκώνω το ακουστικό. Το ακροδάχτυλο μου ακουμπά και γυρίζει τους αριθμούς στο πρόσταγμα μιας φαντασίας και στην καρδιά μου που χτυπά δυνατά. Στο πρόσταγμα του ανεξήγητου που γίνεται φανερό μόνο στην ψυχή. Και αίφνης ακούς μια καθάρια, δροσερή ανταπόκριση… «εμπρός;». Ίσως, να ήταν και η φωνή σου, ίσως και η φωνή του Θεού. Δεν έχει σημασία. Σημασία έχει το κάλεσμά μου και η ανταπόκρισή σου... κάτι σαν επικοινωνία προσευχής μέσα μου. Και η λέξη «εμπρός» … λες και μέσα από τη λέξη αυτή ήχησε μέσα μας η αιωνιότητα που κουβαλάμε με τις πράξεις μας. Μόνο «εμπρός», όλοι μαζί, αλληλέγγυοι θα μπορέσουμε οι στιγμές σαν αυτές που έζησα να μετουσιωθούν σε πεπρωμένο.

        Στις εκβολές των ενστίκτων σου τελικά, τί αντέχεις, τί σώζεις, τί νικάς; Τι απέμεινε πια να χαθεί, να καεί πριν ακουμπήσει στην αλήθεια μας; Μήπως η αιδώς στο εδώ μας;

Σε κάθε τρόπο σου, χωρά ο τόπος σου;

    Υπάρχουν φορές που οι άνθρωποι αμφισβητούν τις μνήμες τους, για να μην παίρνουν αληθινές απαντήσεις. Μα μπορεί ο άνθρωπος να ζήσει χωρ...