Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2020

...ασυμπτωματικές ψυχές...


 

-Έλα πάμε!

-Και εάν μας καταλάβουν? Αν καταλάβουν την απουσία μας?

-Ε και? Ακόμα καλύτερα. Ας καταλάβουν την παρουσία μας στις ζωές τους μέσα από την απουσία μας. Τι μπορεί να πάθουμε?....είπε η μια ψυχή στην άλλη και την τράβηξε από το μανίκι της αύρας της.

-Πάμε παιδική χαρά? Άδεια είναι τέτοια ώρα. Κοιμούνται όλοι.

-Και δεν πάμε. Καιρό έχω να τρέξω, να ιδρώσω από συναισθήματα ανείπωτης χαράς και λαχτάρας.

-Κρίμα που δεν έρχονται και οι μεγάλοι να παίξουν εδώ.

-Είναι επιλογή τους. Μην το ξεχνάς αυτό. Δυο είδη φόβων υπάρχουν για εκείνους…αυτός που τους φοβίζει και αυτός που τους αλλάζει. Και αυτοί έχουν επιλέξει το πρώτο.

-Χμμ, ναι…δεν έχεις άδικο. Αιμορραγούν την κάθε τους μέρα μέσα σε συναισθηματικούς πλειστηριασμούς. Όλα με τιμές. Όλα με ισοτιμία. Έτσι μου έρχεται να τους ρωτήσω «Εεε, εσύ φίλε, πόσο κάνει , πόσο κοστολογείς ένα γραμμάριο κουράγιου στις μέρες σου?».

-Και πιστεύεις ότι θα σου απαντήσει? Όχι βέβαια. Αφού τα περισσότερα ανθρώπινα σώματα είναι τελικά ότι κατάντησαν να υπολογίζουν.

-Ενώ εμείς, εμείς οι ασυμπτωματικές ψυχές δεν έχουμε ούτε φόβους, ούτε θανάτους στιγμών. Έχουμε πετάξει προ πολλού το «γιατί» και το «πρέπει».

-Πάμε πρώτα κούνιες?

-Ναι!! Τέλεια! Λοιπόν ανεβαίνω, ανεβαίνεις, κουνιόμαστε μπρος-πίσω ως μια λαθραία θύμηση παιδικής αφέλειας και όποια πάει πιο ψηλά την κούνια της κερδίζει. Εντάξει?

-Εντάξει. Αν και τώρα τελευταία έχω πάρει κάτι κιλά παραπανίσια από τη μελαγχολία και την εσωστρέφεια που με ταίζει το σώμα που με φιλοξενεί…

-Κοίτα, κοίτα πόσο ψηλά είμαι εγώ! Αγγίζω το κλαδί του ουρανού! Λίγο ακόμα και θα δω τον Πατέρα μας!

- Καλά κέρδισες! Πάμε να κάνουμε τώρα και λίγο τραμπάλα?

-Γιατί όχι! Είναι ωραία να παλεύεις για την ισορροπία στη ζωή σου. Αυτό δεν είναι άλλωστε το νόημα? Να βρίσκεις την ισορροπία, μέσα από τις επιλογές που κάνουν τα σώματα που μας φιλοξενούν.΄Αλλωστε αυτή είναι και η ουσιαστική ισορροπία. Οι επιλογές των ανθρώπων.

-Πάμε και λίγο τσουλήθρα πριν φύγουμε?

-Ναι , ας κυλήσουμε στις όμορφες στροφές της, τις στενοχώριες των σωμάτων που μας φιλοξενούν μπας και με την κίνηση αυτή τις πετάξουμε χάμω και τους δώσουμε το χαμόγελο ξανά μέσα τους.

-Ουφ! Ίδρωσα λέμε! Αλλά το ευχαριστήθηκα.

-Και εγώ ίδρωσα. Κάτσε να αλλάξουμε φανελάκια. Να πάρε εδώ καινούργιο…χαμήλωσε το σύννεφο και μας έφτιαξε σαν από βαμβάκι δυο ολοκαίνουργια.

-Γιατί δεν μπορούν και οι άνθρωποι να αλλάξουν αυτά που τους βαραίνουν σαν ένα ιδρωμένο φανελάκι και να φορέσουν λίγο ουρανό? Ξέρεις πόσο θα τους βοηθούσε αυτό?

-Πρέπει να αφήσουν πρώτα τα γόνατά τους να ματώσουν από τα χαλίκια μιας παιδικής χαράς και όχι να ζουν μέσα σε ψευδαισθήσεις ασφαλειών και σε ανασφαλείς κανόνες και περιορισμούς.

-Ξέρεις όλα εδώ βρίσκονται. Σε  αυτές τις ψυχές που είμαστε, σε αυτή τη νύχτα, σε αυτό το κλάσμα του δευτερολέπτου. Τι μπορεί να πάθουνε? Τι δεν τους αφήνει να επανασυνδεθούν? Ας νιώσουν τη γέννηση πρώτα μέσα τους. Ας γίνουν αισιόδοξοι μπας και προλάβουν να αλλάξουν την πορεία της πτώσης τους. Ακόμη και ας συντριβούν. Σημασία έχει να κρατούν μαζί ο ένας τον άλλον. Ακόμα και εάν όλα τριγύρω καταρρεύσουν , θα κρατάνε τον κόσμο μέσα τους, αφού θα έχουν ο ένας τον άλλο. Και ας μην φοβούνται, θα έρθουν  νέα σώματα που θα ανάψουν στα απομεινάρια του κόσμου τούτου μια φωτιά , μα μια φωτιά…Αυτό θα είναι το φως τους! Σαν ένα ηφαίστειο που φαίνεται στο πιο πυκνό σκοτάδι.

-Ναι ρε γαμώτο! Ουπς έβρισα! Μου ξέφυγε…Ας κατανοούσαν ο ένας τον άλλον. Ας μην αφήσουν τα λόγια των φόβων τους να γίνουν τα σύνορά τους και τους ξελογιάσουν και τους παρασύρουν. Σε αυτή τη δίνη των συναισθημάτων τους ας απαγκιάσουν το βλέμμα τους ο ένας στον άλλον. Ας γνωριστούν. Τι μένει μετά το θαύμα αυτής της γνωριμίας? Μαγεία. Επιθυμία. Παιχνίδι. Μια παιδική χαρά. Οι άνθρωποι χρειάζονται κάτι που τους ενώνει. Κάτι που να τους κρατά μαζί.

-Δηλαδή ακόμα και ένα φιλί?

-Ναι ακόμα και ένα φιλί! Και τότε θα γεννηθεί η πρώτη στιγμή! Αυτή η στιγμή όπου ο ουρανός θα είναι καταγάλανος και θα χωρά όλα τα μυστικά τους. Όπως τότε στα παιδικά μας χρόνια. Μην αφήσουν τις ζωές τους να νυχτώσουν ακόμα. Ας μάθουν επιτέλους σε ποιο τόπο μεθάει περισσότερο η ζωή για μια στιγμή. Ας μάθουν να αγαπούν τις ατέλειες των ανθρώπων τους. Ας ξεκουμπώσουν τα μάτια τους για να βλέπουν καλύτερα και ας γυρέψουν την αλήθεια στης γιαγιάς τα παραμύθια.

-Ξέρεις πως νιώθω καμιά φορά?

- Πώς?

-Σαν άστεγη σημαία. Θέλω ο άνθρωπός μου να ανέβει στην πιο ψηλή κορφή των δυσκολιών του και να με καρφώσει εκεί. Πάνω από όλες.

-Έλα , έλα μην πτοείσαι. Θα τα καταφέρουμε. Ως συναξάρια τούτη την αστροφεγγιά ας σκύψουμε να μαζέψουμε η κάθε μια μας ένα χαλίκι και να το βάλουμε κάτω από το μαξιλάρι τους, μπας και θυμηθούν την ανεμελιά, την ευτυχία, το θάρρος, το γέλιο, τη φιλία, το παιχνίδι, την παρέα, την αγάπη όπως τότε που ήταν πιτσιρικάδες και παίζαν σε μια παιδική χαρά….

 

     Ο χρόνος τούτη τη νύχτα την έβαψε με ένα χρώμα ζωής, σαν εκείνο του ονείρου. Οι δυο ψυχούλες μέτρησαν τα βήματά τους στον κόσμο για να μην χαθούν και σαν δυο νεαρές κόρες κράτησαν μέσα τους αυτές τις ώρες εκεί ως μια ελπίδα που έμοιαζε με ένα παλιό αφόρετο ρούχο, μόνο που τώρα πανευτυχείς το φόρεσαν χαμογελώντας σαν «όχι» στις μιζέριες των ανθρώπων και ως νοσταλγικές καληνύχτες αυτές οι ασυμπτωματικές ψυχές, χωρίς κανένα σύμπτωμα ιού, ακούμπησαν τα χέρια τους η μια στους ώμους της άλλης ως ένα παιδικό απόκαμα γλυκιάς εξάντλησης και κατηφόρισαν ξανά στα σώματά τους με μια ανάσα που μέσα της κρυβόντουσαν ολάκαιροι καινούργιοι κόσμοι.

Παρασκευή 6 Νοεμβρίου 2020

...αγέννητη ψυχή...


 

-Μαμά? Μπαμπά? Γεια σας!

-Τί? Ποιός? Πού?

-Εγώ είμαι μαμά, εγώ είμαι μπαμπά, η «αγέννητη ψυχή». Δεν με αγγίζετε, δε με βλέπετε, μα με έχετε αγαπήσει πριν καν έρθω στις ζωές σας. Μην κλαίτε, σας θέλω χαμογελαστούς. Εγώ είμαι εδώ πάνω , με τον Θεούλη. Είναι ζεστά, όμορφα. Γεμάτα από φως και θαλπωρή. Μην ανησυχείτε για εμένα. Μην ανησυχείτε, θα σας έρθω ως ο πιο μόνιμος γλυκός μπελάς σας. Μόνο που δεν ξέρω τον τρόπο και τον χρόνο. Πειράζει?

-Όχι, όχι…θα περιμένω. Μια ζωή θα σε περιμένω.

     Σηκώνω τα μάτια μου στον ουρανό. Τα δάκρυά μου ξαναμπαίνουν στα μάτια μου. Δεν πρέπει να σπαταληθούν. Είναι μοναδικά. Είναι συμπυκνωμένη γνώση συναισθήματος που πρέπει να χαριστούν την στιγμή εκείνη που η σημερινή συγκίνηση θα γίνει ανέγγιχτη χαρά. Στον ερχομό σου «αγέννητη ψυχή» μου. Χαμογελώ σαν χαμένος πότης που έχει μεθύσει και έχει χαθεί σε διαλόγους που μόνο αυτός καταλαβαίνει, έτσι αισθάνομαι. Το εκεί πάνω είναι εδώ και το εδώ εκεί. Θέλω να βλέπω τον κόσμο ως ένα διάχυτο «εκεί και εδώ»…παντού και πάντοτε. Αυτό μου δίνει δύναμη. Αυτό με ανασταίνει, ανασταίνει την κάθε νεκρή στιγμή μου από εδώ και πέρα. Και σε ευχαριστώ από την ψυχή μου , ω εσύ «αγέννητη ψυχή». Ναι, για εσένα θα προσπαθήσω η ζωή μου από εδώ και πέρα , το παρόν και το μέλλον μου να μην καταντήσουν ένας αναπόδραστος σωρός ερειπίων. Να μην έχει η μοναξιά μου πληθυντικό αριθμό. Και να μην αφήσω τα όνειρά μου ούτε μισοτελειωμένα, ούτε μισοαρχινισμένα που προσπαθούν να βρουν τόπο να πατήσουν. Ας ακουμπήσουν έστω και κάποια ρωγμή ήλιου με μια χούφτα χώμα, ας ακουμπήσουν  πάνω σε μια πνοή ανέμου που θα αφήσει τα ακανόνιστα ίχνη του. Γιατί στα όνειρά μου θα είσαι πάντα εκεί. Θα είσαι πάντα εσύ.

     Θέλω τόσα πολλά να σου πω. Θέλω τόσο πολύ να σε αγκαλιάσω. Θέλω…μα  ξέρω πως το μυαλό όταν φτάσει σε αυτό το σημείο της ζωής , σε εκείνη την αποκαλυπτική στιγμή, θα μάθω ότι ζει πιο πολύ από τις επιθυμίες μου. Θα μάθω ότι αγάπη είναι να μπορείς να φεύγεις καλύτερος ως άνθρωπος από αυτή τη ζωή από ότι όταν ήρθες. Θα μάθω ότι η λύση για όλα πρέπει να δοθεί όχι από τούτες εδώ τις λέξεις που αραδιάζονται η μια πίσω από την άλλη, αλλά από τη ζωή μου , για να μην καταλήξω πρόσφυγας στην ανυπαρξία μου. Τούτη τη νύχτα «αγέννητη ψυχή» μου, μου έδωσες τη στιγμή σου στην στη στιγμή μου. Τούτη τη νύχτα νιώθω σαν να μου λείπουν οι ήχοι των λέξεων που θέλω να εκστομίσω και μένουν μόνον οι ερεθισμοί. Τούτη τη νύχτα κατάλαβα ότι τα άστρα που βλέπω «αγέννητη ψυχή» μου είναι τα μάτια σου. Που με κοιτούν , με ταρακουνούν να επιστρέψω στη ζεστασιά των πραγματικών δυνατοτήτων μου. Να μην σκέφτομαι σκέψεις που τελικά ξεχνώ τι σκέφτομαι, μα να ζω σε ένα αύριο που θα είναι το σωστό τώρα για την ζωή μου. Δε σου κρύβω πως με φοβίζει αυτό το «ανάμεσα», ως η πιο δύσκολη γραμμή. Πες μου, πες μου σε παρακαλώ κάτι…στείλε μου οτιδήποτε και εγώ θα το κάνω φυλαχτό μου και θα στο δώσω όταν έρθεις.

 -Μπαμπά εδώ είμαι. Εδώ θα είμαι. Δηλαδή εκεί. Εκεί που είσαι εσύ. Ως νότα ενός τρόπου για να βλέπεις τον κόσμο πιο  μουσικό, πιο αρμονικό. Ως όνειρο που θα κοιμάμαι γυμνό και θα με σκεπάζεις κάθε βράδυ. Ως μια αλήθεια που είναι πιο παράξενη από την φαντασία σου. Μπαμπά τίποτα δεν αρχίζει εντελώς από την αρχή και τίποτα δεν μένει πάντα αμετάβλητο. Δες το ως μια δοκιμασία που ενίοτε θα την χρησιμοποιείς ως δοκιμασία. Ξέρεις τι θέλω  από εσένα? Να πετάς πολύ πιο πάνω από εμένα. Και εκεί στην στροφή της ελευθερίας σου, αγκάλιασέ με. Μύρισέ με. Ως συμπύκνωση εμπειρίας για πράγματα που ξέρεις για εμένα, αλλά δε θα στα πω ποτέ. Μην παροπλίζεις την μνημοθήκη σου για αφορμές που ζητούν από εσένα μόνο ένα πένθος. Άγγιξέ το. Κράτα το ως έπαθλο ενός προσωρινού τέλους μιας στιγμής. Άσε το περιεχόμενό του για να με κερδίσεις ως μορφή. Ξεχύσου ως άλλη εποχή με όλη σου την καρδιά και την αγάπη και τότε θα δεις όλες οι λέξεις σου σε όνειρα θα τελειώνουν. Σε αυτήν την εποχή σου θα με βρίσκεις και θα σε βρίσκω. Να ξέρεις ότι έχω την αξία που μου δίνει η αγάπη σου. Για αυτό είμαι η πιο χαρούμενη «αγέννητη ψυχή».

-Παιδί μου συγγνώμη. Έχεις δίκιο. Δεν πρέπει να αρκεστώ σε λιγότερα από ότι μου ταιριάζουν. Δεν πρέπει να υποταχθώ ως μια παλιά ιστορία που ζωγραφίστηκε από τη σκιά μου. Δεν πρέπει να υποταχθώ σε μολυβένια συναισθήματα λύπης. Αλλά να καθίσω γυμνός και μόνος στην όμορφη γέννα μιας καινούργιας μέρας, κάθε μέρας. Να αφεθώ ως μια πανάρχαια και κληρονομημένη θύμηση και να με ανακαλύψεις και να μουρμουρίσεις την μέρα μου, την κάθε μέρα μου, με τους άναρθρους ήχους σου, με το τρυφερό σου κλάμα, με τα λιλιπούτεια αγγίγματά σου πάνω μου…με τη μυρωδιά σου . Μια μυρωδιά από σύννεφο που μουσκεύει το χώμα εκείνο που ζεσταίνει και προφυλάσσει τον πιο όμορφο σπόρο και που θα βλαστήσει, θα αντριέψει, θα θεριέψει ως λέλουδο ανείπωτης ευωδίας, ως ένας περήφανος βασιλικός.

-Μπαμπά είναι αργά. Πρέπει να κοιμηθώ.

-Μπορώ να έρθω να σε σκεπάσω και να σε νανουρίσω?

-Ναι, το περίμενα πως και πως να μου το πεις. Πες στη μαμά πως την αγαπώ με όλη την αγέννητη ψυχή μου!! Όλα καλά! Ανυπομονώ να ακουμπήσει το σώμα μου τις αγκαλιές σας και να γίνω…να γίνω…θα σας τα πω από κοντά όταν έρθω. Μόνο που δεν ξέρω τον τρόπο και τον χρόνο. Πειράζει? Καληνύχτα μαμά, καληνύχτα μπαμπά…

-Όχι παιδί μου δεν πειράζει. Θα σε περιμένω «εδώ και εκεί»…πάντα.. ως ένα αναποτελείωτο θαύμα. Καληνύχτα παιδί μου.

      Ως μετεξεταστέος στα λόγια που δεν μπόρεσαν άλλο να βγουν, σε αυτό το πεινασμένο κομμάτι της νύχτας, ένιωσα πια πως ο κόσμος μέσα μου πλέον θα ζει αιώνες σε μια στιγμή και ολάκερες στιγμές σαν έναν αιώνα. Όπως τώρα. Απόψε. Ανοίγω τα μάτια μου για να μάθω και τα κλείνω για να σε δω παιδί μου.

                              «Ύπνε που παίρνεις τα παιδιά έλα πάρε και τούτο

                                μικρό μικρό  σου το δωσα , μεγάλο φέρε μου το

                                μεγάλο σαν ψηλό βουνό, ψηλό σαν κυπαρίσσι

                                να απλώνονται οι κλώνοι του σε ανατολή και δύση»

Σε κάθε τρόπο σου, χωρά ο τόπος σου;

    Υπάρχουν φορές που οι άνθρωποι αμφισβητούν τις μνήμες τους, για να μην παίρνουν αληθινές απαντήσεις. Μα μπορεί ο άνθρωπος να ζήσει χωρ...