Πέμπτη 27 Μαΐου 2021

Τα όμορφα καντήλια, όμορφα καίγονται...


 

        Απόψε ,τούτο το απόβραδο, νιώθω την ψυχή μου να είναι σαν ένα παλιό σφουγγάρι που αρνείται στο πείσμα των καιρών να στραγγισθεί. Απόψε βγάζω σεργιάνι την ψυχή μου στα αστέρια να την φωτίσουν έως ότου γευτεί τη λιχουδιά του πρώτου ήλιου. Το ξέρω πως σήμερα θα ταξιδέψω σε ένα σύμπαν αναμνήσεων και προσευχών. Το αισθάνομαι. Μα πως; Οι αναμνήσεις ταξιδεύουν στο παρελθόν και οι προσευχές αγκαλιάζουν το παροντικό ευκταίο μέλλον. Και όμως γίνεται. Όπως σε ένα καντήλι συνυπάρχει το νερό και το λάδι. Μιλώ για το καντήλι του καθενός μας. Η προσευχή, τα βήματα, τα μπουσουλήματά σου προς μια ευχή πάντα θα ενέχουν, θα είναι μπολιασμένα με πεθυμιές αγάπης, με σπάργανα φαντασίας, με αγγίγματα συναισθημάτων, που ακριβώς μόλις σε ένα κουκούλι ταπεινότητας και συγχώρεσης, άντε και με λίγη λαχτάρα ανυπομονησίας, προστρέξεις, θα γίνουν οι σημερινές σου αναμνήσεις…αυτές που θα σε κρατήσουν ζωντανό στο παρόν σου.

        Πάνω το λάδι της προσευχής, κάτω το νερό των αναμνήσεων, ως μια ευκαιρία εσώτερης βάπτισης. Σε μια απόλυτη ισορροπία και αρμονία μεταξύ τους. Το φυτιλάκι σιγοντάρει την ψυχούλα μας. Πότε ως ένας διαολεμένος  άγγελος, πότε ως ένα αγγελικό διαόλι, εκεί που δεν χωρά καμιά προσφορά και ζήτηση για τη σωτηρία της ψυχής. Εκεί που η ψυχή μου, η ψυχή σου θα μπουκωθεί πολύ σκοτάδι για να μπορέσει να κοινωνήσει Φως. Σε αυτό το ψυχανέμισμα κραδασμών και φόβων δεν υπάρχει καμιά έτοιμη συνταγή ζωής. Κανένας τσελεμεντές σίγουρης επιτυχίας. Αναλογίζομαι ως μια κασέτα των παιδικών μου χρόνων, που παίζει απόψε ως άκουσμα την ενήλικη ζωή μου. Συλλογίζομαι πως όταν στη ζωή δεν έχουμε τις λύσεις που απαιτούνται, η ίδια η ζωή μας, μας ξαναφέρνει μπροστά μας τα ίδια εμπόδια, τα ίδια προβλήματα. Και αυτό γιατί  δεν δώσαμε στα προβλήματά μας ένα άνοιγμα στον χρόνο. Παρά θελήσαμε να τα κρύψουμε κάτω από το χαλάκι και έτσι λίγο πολύ γίναμε ήρωες των πεποιθήσεών μας που μετά οι ίδιες μάς εκτελέσανε.

        Η νύχτα τώρα μοιάζει ως μια συρραφή στιγμών αλήθειας. Ως ένα πανδοχείο των φόβων μας  όλων, που πραγματώνονται επειδή μας βολεύουν στο φως της μέρας. Και έτσι οι ζωές μας συνεχίζονται με την ηθελημένη ενέσιμη ψευδαίσθηση πως αυτά που προσδοκάμε, ζητάμε , έχουμε, χαλάμε, ξοδεύουμε…είναι σημαντικά. Ξεχνώντας όμως πως σημαντικά είναι εκείνα τα πράγματα, εκείνες οι καταστάσεις, μέχρι τη στιγμή που δεν θα είναι. Και αυτό γιατί κάνουμε τα λάθη μας, πάθη μας , βουτώντας τα σε μεγάλα βάθη. Στο γυρολόι τούτης της νύχτας, εγώ θα προσπαθήσω να κερδίσω τις αυριανές μου αναμνήσεις με την εσώτερη ανάγκη μιας προσευχής. Από μικρός πίστευα πως οι Άγιοι, η Παναγιά, ο Χριστός, το βράδυ μπορούμε να τους βρούμε, να μας βρούνε. Τότε που είμαστε ολομόναχοι, πολιορκημένοι με αγωνίες και φόβους. Με διλήμματα και μαλώματα. Για να μην τρομάζουμε στην σκοτεινιά των ανασφάλειών μας. Απόψε το βράδυ η προσευχή μου λαχταρά την Μάνα. Την Παναγιά. Προσεύχομαι Παναγιά μου σε εσένα να με διαβάσεις, να με αναγνώσεις στις τσαλακωμένες σελίδες της ζωής μου…

        «Άγγελε, Κώστα, Γιώργο, Μαρία, Σπύρο, Κατερίνα, Ελένη, παιδιά μου μονάχα με την αγάπη σας θα διατηρήσετε τον κόσμο σας σε ισορροπία. Μπορεί κάποιες φορές να είναι σκληρή, μα πάντα είναι δίκαιη. Ο πυρήνας της αγάπης ένας και μοναδικός και δεν αλλάζει. Η αποστολή του αναλλοίωτη. Παιδιά μου η αγάπη είναι γέννηση. Είναι να μπεις στη θέση του άλλου και να τον βοηθήσεις, αλλά και να απομακρυνθείς από τον άλλον ενίοτε, μα να είσαι κοντά του και πάλι να τον βοηθήσεις. Η αγάπη είναι να πεις το σωστό , η αγάπη είναι να πεις και λάθος όχι σκόπιμα όμως. Γιατί μέσα από το λάθος μαθαίνεις τον εαυτό σου και γίνεσαι καλύτερος.

        Η αγάπη έχει πολλά πρόσωπα έκφρασης. Για αυτό μην προστρέχετε να δείτε από πού ξεκινά μια αδικία και ποιος φταίει για αυτήν. Μην κυνηγάτε να δείτε ποιος Θεός τελικά σας εξυπηρετεί. Απλά αγαπήστε τον εαυτόν σας, συγχωρήστε τον. Να τον νοιάζεστε. Μην το αδικείτε. Και πράξτε το ίδιο και για τον διπλανό σας. Μην ζείτε με φόβο, με  ανασφάλεια, με άγχος. Γιατί έτσι δεν αγαπάτε. Και ας λέτε ότι αγαπάτε. Απλά θέλετε να αγαπήσετε. Εάν δημιουργείτε αρρώστιες στον εαυτό σας λόγω έλλειψη πραγματικής αγάπης, τότε θα καίγεστε από το λάδι σας με εγκαύματα εγωισμού και δειλίας. Να σέβεστε τον εαυτό σας. Να τον γνωρίσετε. Αυτό σημαίνει να είστε ένας καλός άνθρωπος. Πώς αφομοιώνετε παιδιά μου την πραγματικότητα προς τους εαυτούς σας; Μόνο μέσα από την αγάπη προς την α-λήθεια μπορεί να γίνει αυτό. Η αγάπη έχει την μεγαλοπρέπεια του αισθήματος της κατανόησης. Αγάπη σημαίνει και να αναγνωρίζεις αυτόν που προσπαθεί να σου κάνει κακό. Και να μπορείς τελεσίδικα να τον αντιμετωπίσεις με πνευματικό τρόπο. Γιατί μονάχα με την αγάπη θα οδεύσετε στην καλύτερη εκδοχή του εαυτού σας. Ακόμη και όταν κάποτε θα φύγετε από αυτό το υλικό σώμα, η αγάπη πρώτα θα συνοδέψει την ψυχή σας. Θα την συντροφεύσει, θα την υπερασπίσει, θα την καθοδηγήσει, θα την ηρεμήσει. Παιδιά μου, μόνο μέσα από τα μάτια της αγάπης θα ζήσετε με έναν διαφορετικό τρόπο από αυτόν που και εσείς οι ίδιοι δεν μπορείτε να καταλάβετε. Αυτό δεν εξηγείται. Απλά νιώστε. Νιώστε για παράδειγμα την άδολη αγάπη των παιδιών. Των ζώων. Την άδολη αγάπη της φύσης. Δυστυχώς η ανθρώπινη ιστορία δεν έχει γραφτεί με τα γράμματα της αγάπης. Ως επί το πλείστον έχει πολύ πόνο. Πολύ ασχήμια. Ας πολεμήσετε αυτή την φορά με αγάπη. Φαντάζει κάπως οξύμωρο. Εννοώ όχι τον πόλεμο της απώλειας, αλλά τον πόλεμο της μάχης, του να αγωνίζεσαι ενάντια στα κακά του εαυτού σου, για τα ελαττώματα σου. Παιδιά μου να νιώθετε εκτίμηση και ευγνωμοσύνη για την ομορφιά στις ζωές σας….»

        Μόλις προσγειώθηκα ξανά στα σύνορα του κορμιού μου. Η τωρινή μου πραγματικότητα μού φάνηκε πιο σημαντική από τον προορισμό τούτης της νύχτας. Σαν σκέψη που δεν είναι ακριβώς σκέψη. Λες και ο εαυτός μου και εγώ μείναμε ολομόναχοι να σκεφτόμαστε αν έχω ζήσει με αυτό που πραγματικά είμαι. Αθροίζω τις στιγμές αυτές μπας και βγάλω κανένα νόημα, γιατί δεν θέλω η ζωή μου να χασομερά σαν ένα άτυχο ραντεβού. Απόψε η προσευχή μου, μου δώρισε γενναιόδωρα την ομορφιά. Για μένα. Για τα μέσα μου. Για εσάς. Για τα μέσα σας. Γιατί ομορφιά είναι το σχήμα που δίνει στα πάντα η αγάπη… Τα όμορφα καντήλια, όμορφα καίγονται…

Σάββατο 15 Μαΐου 2021

Δεν δρας με αυτό που λες ή κάνεις, αλλά με αυτό που είσαι…


 

 

       Φτάσαμε στα μισά του Μάη. Και αυτό το Σαββατοκύριακο είναι το πρώτο όπου όλοι εμείς μπορούμε να μετακινηθούμε και εκτός των κλουβιών μας. Εκτός των μεγάλων πόλεων. Πανταχόθεν στην Ελλαδίτσα μας. Σαββατοκύριακο σε στυλ «έξοδος του Μεσολογγίου». Γιούριαα!! Πεινασμένοι από εικόνες φύσης, διψασμένοι από ελευθερία, λαβωμένοι από επιδημίες στερήσεων των επιθυμιών μας. Επειδή… «όλοι μαζί μπορούμε». Όλα τα παραπάνω γράφονται με τρυφερό χιούμορ και με μια γνήσια προσπάθεια ενσυναίσθησης από μεριάς μου. Συλλογίζομαι όμως μήπως τελικά όλα αυτά δεν είναι μια έξοδος, αλλά μια είσοδος σε ένα μεγαλύτερο κλουβί που δεν βλέπουμε τα όριά του. Είμαστε όντως ελεύθεροι, ανεξάρτητοι, αξιοπρεπείς; Ερώτημα με δύσκολες απαντήσεις. Κάτι τέτοια Σαββατοκύριακα σαν αυτό προτιμώ την είσοδο μου στην πόλη μου, στα σοκάκια της, στα φιλόξενα τοπία της, στα ανοιχτόμυαλα δρομάκια της μπας και βρω τη δικιά μου έξοδο.

       Και αυτή η έξοδος δεν άργησε να μου φανερωθεί με τη μορφή μιας παιδικής χαράς σε μια πλατεία. Ψυχή καμία ακόμα τριγύρω. Ακίνητες κούνιες, ατάιστες τσουλήθρες, άδεια παγκάκια. Και όμως στα δικά μου μάτια υπήρχε εδώ μια κρυφή, μυστική συνωμοσία ζωής και χαράς. Λες και η πραγματικότητα του τοπίου ήρθε και με βρήκε. Με τα αποτυπώματά της στα χαλίκια, με τη μυρωδιά του κομμένου γρασιδιού, με τα τιτιβίσματα των πουλιών και με μια λαδωμένη για να μην ακούγεται και σκουριάζει φαντασία. Κλείνω για λίγο τα μάτια της παρατήρησής μου και δίνω το βλέμμα μου εκεί σε αυτά που προυπήρχαν και σε αυτά που θα έρθουν. Σε όλα αυτά που δεν μετέχουν τη ζωή, αλλά τη φέρουν μέσα τους. Σε όλα αυτά που ενυπάρχει το όλον της κάθε μέρας, αλλά που στον καθημερινό χρόνο δεν εξαντλείται αυτό το όλον. Εκεί που η ζωή είναι πέρα από τον ορισμό της και φανερώνεται μέσα από αυτές τις εφηβικές φωνές που ακούω μόλις τώρα. Φωνές που κρατάν αβάσταχτα μυστικά. Που μαθαίνουν τη ζωή από την ίδια τη ζωή τους, μέσα από την περιπλάνηση, την απώλεια, το πέσιμο, την επιστροφή…που μαθαίνουν να είναι οι δρόμοι που διαβαίνουν…Τρεις νεαρές έφηβες. Η Κλεονίκη, η Καστανιά και η Εσθήρ. Έτσι τις ονόμασε η δικιά μου περίεργη φαντασία. Ήρθαν και κάθισαν στο παγκάκι που καθόμουν, χωρίς όμως να μπορούν να με δουν. Μόνο εγώ τις έβλεπα. Τι παράξενα παιχνίδια παίζει τούτο το πρωί η φαντασία μου. Λες και ήθελε να αφηγηθεί το παραμύθι της στον υπαρκτό εαυτό μου… Αλλά αφού έτσι είναι, γιατί όχι; Οπότε πάμε πάλι από την αρχή….

       «Μια φορά και έναν καιρό σε μια συννεφένια παιδική χαρά τρεις κοπελιές ήρθαν να μοιραστούν τις φανταστικές πραγματικότητές τους, μπας και βρουν τον τρόπο και τον τόπο να γίνουν αληθινές. Μπας και αυτή η συννεφιά παιδικής χαράς τους πάρει τη μοίρα μιας βροχής που θα ποτίσει τα χέρσα, στεγνά μυαλά όσων έρθουν μετά. Μπας και δεν υπακούσουν σε καμιά ημερολογιακή επιταγή καμιάς τετράγωνης λογικής...

-Για λέγε λοιπόν! Μην μας κρατάς σε αγωνία! Ποιο είναι το δικό σου αβάσταχτο μυστικό  στη δικιά σου φαντασία που θα ήθελες να κάνεις πραγματικό στις ζωές μας; Ρώτησε με ανυπομονησία η Εσθήρ την Καστανιά.

- Μμμμ, αλλά μη γελάσετε όμως! Εγώ θα ήθελα τόσο καιρό που είμασταν κλεισμένοι όλοι οι μαθητές στα σπίτια μας λόγω του ιού και κάναμε τηλεκπαίδευση να μετατρέπαμε όλα τα ψυγεία σε βιβλιοθήκες!

- Ουάου! αναφώνησε η Κλεονίκη. Με ποιον τρόπο όμως;

-Κοίτα να δεις….στο ψυγείο δεν βάζουμε τη τροφή μας, δεν προστατεύουμε και συντηρούμε τα τρόφιμα;… Τα έχω σκεφτεί όλα. Για αρχή όλα τα βιβλία τα σχολικά θα τα τακτοποιούσαμε στο ράφι όπου συντηρούμε τα φρούτα. Για να διατηρούνται με φρέσκιες και καλές ιδέες, γεμάτες με βιταμίνες για την προστασία μας από κάποιες άκεφες διδασκαλίες που δεχόμαστε. Στο πιο πάνω ράφι, όπου βάζουμε τα τυριά και όλα αυτά τα σχετικά, θα βάζαμε τα βιβλία των μαθημάτων που πραγματικά αρέσουν σε εμάς. Έτσι ώστε κάθε φορά που θα ανοίγουμε το ψυγείο-βιβλιοθήκη, στο ύψος των ματιών μας θα αντικρίζουμε αυτό που πραγματικά λαχταράμε. Σειρά μετά έχει η κατάψυξη. Σε αυτήν την φανταστική κατάψυξη, θα βάζαμε τα όνειρά μας. Για να είναι όσο πιο ψηλά γίνεται από τα υπόλοιπα. Όχι για να καταψυχθούν βέβαια! Όχι με τέτοιου είδους ψύχος και πρόθεση. Αλλά με σκοπό να διατηρηθούν όσο πιο πολύ γίνονται καθώς μεγαλώνουμε, για να μην τα εγκαταλείψουμε. Και όταν θα πεινάσουν τα «θέλω» μας, θα ανοίγουμε την κατάψυξη και θα τα ταίζουμε με τα όνειρά μας. Τώρα επειδή είμαστε ακόμα παιδιά και κάνουμε σκανταλιές, στην αυγοθήκη θα έβαζα τα λάθη μας που κάνουμε. Για να χωράνε μπόλικα. Να είναι εύθραυστα και όταν θα σπάνε να γίνονται αυγό-μάτι. Θα μας κοιτάν, θα τα κοιτάμε. Και μετά με μια μπουκιά μάθηση-ψωμιού θα βουτάμε μέσα σε αυτά ώστε να μας χορταίνουν την απειρία μας. Και τέλος στην πόρτα του ψυγείου, θα τη γέμιζα με χυμούς ζωής. Χαράς, παιχνιδιού, μαλώματος, αγκαλιάς, γέλιου, φιλίας….ουφ αυτά από εμένα! Τα έβγαλα από μέσα μου.

-Σειρά σου τώρα Κλεονίκη! είπε η Καστανιά.

- Εμένα το δικό μου αβάσταχτο μυστικό έχει να κάνει με μια πυξίδα και τον προσανατολισμό που αυτή μας δείχνει.

- Δηλαδή; ρώτησε με περιέργεια η Εσθήρ.

-Θα ήθελα που λέτε κορίτσια να δημιουργήσω, να κατασκευάσω μια πυξίδα συναισθημάτων. Μια πυξίδα καρδιάς. Μου είχε γεννηθεί η εξής απορία. Αυτή η συμβατική πυξίδα που υπάρχει την έχουμε για να μην χανόμαστε. Όμως χανόμαστε γαμώτο! Το βλέπω στο μπαμπά και στη μαμά μου. Δε συναντιούνται ούτε στο ίδιο μας το σπίτι. Η πυξίδα δεν έχει εφευρεθεί για να μας δείχνει τα 4 σημεία του ορίζοντα;

-Ναι. Έτσι είναι Κλεονίκη, απάντησε η Καστανιά.

- Τότε γιατί αφού ο ορίζοντας είναι εκεί, εμείς οι άνθρωποι δε βρισκόμαστε; Δε συναντιόμαστε; Και απλά προσπερνάμε; Γιατί να έχουμε κλειστούς, μονόφθαλμους ορίζοντες; Εγώ με αυτή την πυξίδα θέλω να μπορούμε να βρούμε τον προσανατολισμό των συναισθημάτων μας. Να ξέρουμε τους ορίζοντές τους, τα βήματά τους. Να μπορεί η λύπη να ακουμπήσει μια παρηγοριά και να ξαλαφρώσει. Να μπορεί η χαρά να βρίσκει το γέλιο της. Να μπορεί ο πόνος να βρίσκει την αγκαλιά, ένα χάδι. Να μπορεί ο έρωτας να βρει την καρδιά. Να μπορούν οι ορίζοντές μας κάπου, κάπως να ακουμπούν τους ορίζοντες κάποιων άλλων. Για να μη χαθούμε. Για να μην απελπιστούμε προς τα πού θα αφήσουμε το βλέμμα μας να βρει το δρόμο του.

-Cool! Τέλειο! Δεν υπάρχει αυτό που είπες! αναφώνησε η Εσθήρ.

-Και τώρα η σειρά μου κορίτσια. Αυτό που θέλω εγώ είναι να μετακομίζουμε συνέχεια. Και μέσα μας και έξω μας. Δεν ξέρω πώς να σας το πω διαφορετικά. Ξέρετε ότι ο μπαμπάς μου είναι στρατιωτικός. Και όλα αυτά τα χρόνια είχε αρκετές μεταθέσεις λόγω της δουλειάς του.  Οπότε είχαμε συχνά αρκετές μετακομίσεις…κουραστικές, βαρετές, δύσκολες. Και κάθε φορά έβλεπα πως κουβαλούσαμε μαζί μας πράγματα περιττά, μόνο και μόνο για να τα έχουμε. Από ανασφάλεια. Πράγματα, ρούχα, σκεύη που όχι μόνο ζούμε και χωρίς αυτά, αλλά που με όλα αυτά τα παραπάνω πράγματα θα μπορούσαμε να βοηθήσουμε και άλλους ανθρώπους. Γιατί όλα αυτά σε βαραίνουν, σε καθυστερούν. Γιατί θέλουμε να βαραίνουμε τις ζωές μας; Εγώ οπότε θα ήθελα εμείς οι άνθρωποι, σε κάθε μετακόμιση να προσέχουμε και να ανακαλύπτουμε τα περιττά. Αυτά που συγκεντρώνουμε με άχρηστο σκοπό και μέσα μας στα συναισθήματά μας και έξω μας, στα υλικά πράγματα. Και έτσι με κάθε μετακόμιση να αισθανόμαστε όλο και πιο ανάλαφροι, πιο ελεύθεροι, πιο αδέσμευτοι. Λιγότερο εξαρτημένοι. Για αυτό θα ήθελα όλοι οι άνθρωποι, ιδίως οι πιο μεγάλοι, να κάνουν συχνά μετακομίσεις από τα περιττά, από τις ανασφάλειές τους, από τους φόβους τους, από τις λύπες τους, ώστε στο καινούργιο τους σπίτι, στο καινούργιο τους προορισμό, να είναι πιο φωτεινοί, με περισσότερο χώρο για τις καινούργιες επιθυμίες τους. Να μη φτερνίζονται με τη σκόνη από αυτά που συσσωρεύουν. Μόνο τα αναγκαία. Αλήθεια ποια είναι αυτά άραγε για τον καθένα μας;».

        Άνοιξα τα μάτια μου προς τον ουρανό. Οι πρώτες ψιχάλες από αυτήν την ανοιξιάτικη μέρα ήρθαν ως κολλύριο για να μπορώ να βλέπω πιο καθαρά στη ζωή μου. Μπορεί να με ¨ξύπνησαν¨ από αυτό το ζωντανό παραμύθι, αλλά με δρόσισαν, με καθάρισαν από τις έγνοιες μου. Απλώνω την ύλη του εαυτού μου, την χυμένη…σε αυτό το πάρκο. Σαν να γεννήθηκα από την αρχή τούτο το πρωινό. Δε θέλω πολλά. Απλά θέλω να μπορώ να διεκδικήσω το ελάχιστο…μια πραγματικότητα που να μπορώ να την αγγίζω, να τη γεύομαι, να την αισθάνομαι. Να αναζητώ την άκρη του κόσμου και ας ξέρω ότι μπορεί να μην τη φθάσω ποτέ. Που ξέρεις ίσως καταφέρω να φθάσω όμως ως την άκρη του δικού σου κόσμου και εσύ του δικού μου…

Κυριακή 9 Μαΐου 2021

Συγκράτησέ με στην αιωνιότητα μιας στιγμής σου...


             Εδώ και λίγες μέρες το βιολογικό ημερολόγιό μου έδειξε 44 χρονών. Όποιο και να βάλεις μπρος-πίσω το ίδιο αποτέλεσμα θα δείξει. Το ψυχικό μου ημερολόγιο συμφωνεί μόνο με το λήγοντα. Και αυτό γιατί υπάρχουν πολλές φορές όπου η ¨κατάταξη¨ των εμπειριών μου, των επιλογών μου, των θέλω μου, δίνουν τις δικές τους πανελλήνιες εξετάσεις ερμηνειών για την πραγματικότητά μου-εκεί γύρω στα 18-, μα άλλοτε οι κρίσεις μου, τα συναισθήματά μου, οι ανησυχίες μου, οι φόβοι μου, συμπορεύονται με ένα μεσήλικο μπαστούνι. Και τα δυο ισχύουν. Και τα δυο διαδέχονται το ένα το άλλο. Ποιο προτιμώ; Με ποιο θα πορευτώ; Δεν υπάρχει τωρινή απάντηση. Υπάρχει μονάχα η αφορμή για αυτές τις σκέψεις. Αφορμή όπου οι σκέψεις μου ξεπήδησαν σαν ¨αναβλύζοντα άνθη¨ από έναν ξεχασμένο παιδότοπο. Εκεί όπου οι σαμπρέλες έστεκαν ως άλλες καρέκλες για να σε υποδεχτούν στη μαγεία της φύσης που εμείς οι άνθρωποι μπορούμε να δημιουργήσουμε. Τα δέντρα ως άλλα πρόσωπα, σού χαμογέλαγαν και σε προσκαλούσαν σε μια ανείπωτη κουβέντα όπου η λογική έχει τον τελευταίο λόγο. Και κάτι πλαστικά κουτιά σε αντίκριζαν με το πιο ευθύβολο, αναπάντεχο βλέμμα τους και βλέπαν εσένα…όχι ηλικίες….παρά μονάχα τις εξορμήσεις της φαντασίας σου και τη γλυκύτητα των ονειροπολήσεών σου.

        Πόσο θα ήθελα να μπω μέσα και να γίνω και εγώ μέρος αυτού του συμπαντικού παιδότοπου. Και να προσκαλέσω όλους τους ενήλικες της γειτονιάς στην πιο χρωματιστή, ειλικρινή συνέλευση και όλους τους μικρούς μας φίλους να στέκονται από έξω και να μας βλέπουν. Να βλέπουν τι είχαμε και τι χάσαμε. Να βλέπουν τα όνειρά μας να τα λιτανεύουμε μπας και γίνει κάποιο θαύμα και πραγματοποιηθούν. Και εάν τα παιδικά μας, εφηβικά μας όνειρα γίνουν αλήθεια του σήμερα, θα τα αντέξουμε άραγε; Θα μας φοβίσουν; Ή θα μας απελευθερώσουν; Δεν ξέρω πόσες δεκαετίες κουβαλά ο καθείς μας στην πλάτη του, μα ξέρω πως η πίστη για ζωή προυποθέτει αναχώρηση από κάθε σιγουριά και αυτάρκεια ύλης. Δεν ξέρω με πόσο επιπόλαια σοφία ή σοφή επιπολαιότητα γεμίζουμε τις αποφάσεις μας εμείς οι ενήλικοι, μα ξέρω πως  Γνώση αποχτούμε μόνον όταν μας αγαπούν και αγαπάμε….

       Η αγάπη , η πίστη, η θέληση, η φαντασία μπορούν να είναι αθέατες, μη χειροπιαστές, μα αυτό δε σημαίνει ότι είναι και ανύπαρκτες. Γιατί πως ειδάλλως θα μου εξηγήσεις τους φόβους σου που ενίοτε είναι αθέατοι, μη χειροπιαστοί, μα υπαρκτοί και σε χειρίζονται σαν μια μαριονέτα;

        Με τον καιρό μιμούμαστε αυτά που κατηγορούμε. Ενδιαφερόμαστε δήθεν για κάποιον άλλον για να μην ενδιαφερθούμε για τον αληθινό εαυτό μας. Στο ¨ήδη¨ συναισθανόμαστε προκαταβολικά τους φόβους μας που δεν έχουν γίνει ακόμη. Επιστρέφουμε  σε ζωές επώδυνες, χαμένες στη μετάφραση του εγωισμού και δε μετέχουμε σε αυτό που θέλουμε να υπάρξουμε για να γίνει ο κόσμος μας καλύτερος. Φίλε μου ό,τι σε βολεύει είναι πλάνη. Να το υπενθυμίζεις κάθε μέρα στον εαυτό σου , γιατί η ζωή δεν είναι βολή, είναι πρωτίστως ξεβόλεμα. Άνθρωπε δεν υπάρχουν όρια που καταργούνται. Υπάρχουν όρια που υπερβαίνονται. Μέχρι τα επόμενα. Τελικά τι είναι αυτό που μπορούμε να αλλάξουμε εμείς οι μεγαλύτεροι για ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά μας; Η μόνη δυνατή επιλογή , το μόνο που μπορεί να γίνει, είναι να αποδεχτείς με στωικότητα αυτό που είσαι. Δηλαδή από τι είσαι φτιαγμένος...να είσαι ελεύθερος και να αγαπάς. Οπότε μην κουβαλιέσαι από τα χρόνια σου, όσο χρονών και να είσαι. Ο Χρόνος δεν έχει συμβατικές ηλικίες. Άρα ούτε εσύ. Στη ρανίδα του θελήματός σου μετάγγισε το χρόνο σου. Και αναζήτα έξοδο. Έξοδο από οτιδήποτε αρνητικό σε διαιρεί. Σε κάνει κομμάτια. Σε κάνει αδύναμο. Σε διαιρεί σε εβδομάδες άγχους. Σε ώρες μίσους. Σε μήνες κατάθλιψης. Σε εποχές επαναλήψεων. Κράτα το λήγοντα των χρόνων σου. Αυτόν που γεμίζεις με δευτερόλεπτα χαράς, χαμόγελου, πίστης, αισιοδοξίας. Αγάπης. Για αυτό σε παρακαλώ…συγκράτησέ με στην αιωνιότητα της στιγμής σου…

        Στα χρόνια που απομένουν από εσένα να τα αξιωθείς και να τα διαβείς μην ξεχνάς ότι δεν είσαι για να «κάνεις», αλλά είσαι για να «είσαι». Ειδάλλως όσο αποφεύγεις αυτά που σε ζορίζουν, τόσο θα τα κουβαλάς. Δίνεις «αίμα» για να πάρεις πνεύμα. Για αυτό μην επιστρατεύεσαι στο παρελθόν σου και απουσιάζεις στο παρόν σου. Σε αυτές τις εποχές της γενικευμένης ματαίωσης που ζούμε, όπου αντικρίζουμε τα ενθύμια των ακυρωμένων δυνατοτήτων της συναισθηματικής ζωής μας , όπου πνιγόμαστε στο χείμαρρο ενός καταναλωτικού πανικού, όπου γεμίζουμε τις νέες γενιές με τα δικά μας δυσβάσταχτα φορτία των προσδοκιών μας, ας κοιταχτούμε κατάβαθα και ας συλλογιστούμε πως η ζωή, η ζωή μου, η ζωή σου δεν έχει ανάγκη ούτε υπεράσπισης, ούτε παρακαλετού, ούτε απολογίας. Η ίδια η ζωή, η ζωή μου, η ζωή σου θα σε αυτοδικαιώσει ή όχι. Τούτο το κείμενο δεν είναι παρά μια συνομιλία με την εποχή του…


Σε κάθε τρόπο σου, χωρά ο τόπος σου;

    Υπάρχουν φορές που οι άνθρωποι αμφισβητούν τις μνήμες τους, για να μην παίρνουν αληθινές απαντήσεις. Μα μπορεί ο άνθρωπος να ζήσει χωρ...