Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2021

Νιώθουμε ότι ζούμε ή ζούμε όπως νιώθουμε?


 

        Μέρες κρύες. Μέρες παγερές. Μέρες ολόλευκες. Μέρες γεμάτες από την άχνη του ουρανού. Γράφοντας ως παθών του καιρού αυτού, αφού για 48 ώρες ήμουν «όμηρος» του ΔΕΔΗΕ, αφού όχι μόνον εγώ αλλά και χιλιάδες συμπολίτες μου δεν είχαμε ηλεκτρικό ρεύμα. Και καλά εγώ…αλλά δυστυχώς υπήρχαν συνάνθρωποί μου που πέρασαν πολύ ζόρικες καταστάσεις. Όσο για την αφεντιά μου, φόρεσα το σωσίβιο , φόρεσα το σωσίβιο της φαντασίας και είπα να γίνω ένας ουρανομήκης φανφάρας. Δηλαδή να βγω για λίγο από τον εαυτό μου, για να δω τον εαυτό μου …μπας και τον συναντήσω. Άναμμα κεριών πάραυτα λοιπόν και με ένα βιβλίο στο χέρι προσπαθούσα οι λέξεις που διαβάζω να γίνουν πανωφόρια που να με σκεπάζουν και να με ζεσταίνουν από το κρύο. Τι πως γίνεται αυτό? Μα με ένα μύθο. Άφησα τον εαυτό μου να γοητευθεί από το μύθο της «Μήδεια», γνωστή για την τέχνη της στη μαγεία. Εγώ…ως άλλος «Ιάσονας» την άφησα να με βοηθήσει να βρω το «Χρυσόμαλλο δέρας» για να σκεπαστώ και να ζεσταθώ. Τούτη η νύχτα, μου φαίνεται πως αρχίζει από τη μέρα και η μέρα από την νύχτα και κάπου εκεί ανάμεσα τους αφέθηκα σε μια ιστορία που θέλησε να αφηγηθεί τις αλήθειες της…..ή μήπως σε μια αλήθεια που ήθελε να αφηγηθεί τις ιστορίες της?....

        -Ώχου, πολυλογάς είσαι βρε αδελφέ μου!

        -Τι? Εγώ?...ψέλλισα και ξάφνου το βλέμμα μου προσπαθούσε ως Αστυνόμος Σαΐνης να βρει από πού προέρχεται αυτή η φωνή.

        - Άντε θα ανέβεις? Δε θα σε περιμένω ως μια ζωή σε παραμύθι. Θες να ζεσταθείς?

        -Ναι, ναι πως δε θέλω…και ως δια Μήδειας μαγεία είδα ένα μικρό ξωτικό να μου μιλάει από ένα μικρό τσίγκινο τενεκεδένιο αυτοκινητάκι.

       -Ωραία…άντε λοιπόν! Θα πρέπει να προλάβουμε και τα άλλα ξωτικά!

        -Μα πως? Πως γίνεται να χωρέσω εγώ εκεί μέσα?

        -Άνοιξε την οροφή του αυτοκινήτου….θα δεις εκεί μέσα πολύχρωμες καραμέλες όλων των γεύσεων…διάλεξε μια, βάλε την στο στόμα σου και θα δεις…

        Με μια απρόσμενη παιδική λαχτάρα σήκωσα το καπάκι, διάλεξα μια καραμέλα-την αγαπημένη μου με γεύση ούζου- και …τελικά τα αιώνια πράγματα δεν έχουν ανάγκη από λέξεις και λόγια, όπως αιώνιο είναι το «παιδί» που κρύβει ο καθένας μας μέσα του. Το ίδιο και η φαντασία του. Και σε αυτές τις έκτακτες καταστάσεις πρέπει να παίρνει την αξία και το ρόλο που της αρμόζει η φαντασία αυτή. Ενίοτε και την πρωτοβουλία. Ίσως έτσι μέσα από τις δυσκολίες μας δούμε πως ο εαυτός μας είναι και η δικαιοσύνη μας . Ποιος εαυτός? Όχι πάντως αυτός που νιώθει ότι ζει , αλλά αυτός που ζει όπως νιώθει η ψυχή του. Ειδάλλως πως θα πραγματοποιήσεις τον εαυτό σου? Με ένα σάλτο λοιπόν γίνομαι μικροτοσοδούλης  εαυτός και μπαίνω στο αμάξι.

        -Βάλε ζώνη…γιατί ο δρόμος είναι γεμάτος από βαθιά ξέφωτα, πελώριες δροσοσταλίδες και απρόσμενα μανιτάρια.

        -Ποια ζώνη?

        - Να αυτή που σου προσφέρει ο κισσός…ναι αυτή τη ζώνη του κισσού και στις αλήθειες του κοιμήσου.

        Ο μικρός λιλιπούτειος φίλος μου, με άφησε σε μια υπνωτισμένη εμμονή του παιδιού που κρύβω μέσα μου. Μια εμμονή που σε αυτήν αντίκρισα κάτι τεράστια φύλλα βελανιδιάς, κάτι γιγάντια πλατανόφυλλα που προστάτευαν εμένα και τους φίλους μου τα ξωτικά από την σκληρότητα του καιρού, μας προφύλασσαν από τη βαναυσότητα των καιρικών φαινομένων. Πιο εκεί ξεπρόβαλλε ένα γιγαντιαίο κερί-δέντρο. Ναι καλά διαβάσατε. Ένα κερί ως κορμός δέντρου που μέσα του έφεγγε η φωτιά εκείνη που έκανε τις νηιρίδες του δάσους να χορεύουν στο καρουζέλ του ένα χορό μύησης και αποκάλυψης.

        Αποκάλυψης πως εμείς οι άνθρωποι  πρέπει να φωτίζουμε τους ίσκιους μας σε όλες τις δυσκολίες μας. ΄Όπως αυτό το κερί που φώτιζε τη λάμπα και τη μετουσίωνε σε ένα μεγάλο μανιτάρι που μας πρόσφερε την τροφή του, ένα τσίγκινο αυτοκινητάκι που το μετέτρεπε σε ένα μέσο αποσυμπίεσης και διαφυγής των προβλημάτων μας, ένα πλατανόφυλλο σε μια σχεδία αβύθιστη με την οποία θα πελαγίζαμε με ασφάλεια στις φουρτούνες μέσα μας. Κάπου πρόσφατα διάβασα ότι « έχουμε σκεφτεί εμείς οι άνθρωποι ποτέ ότι εκείνο που κάθε φορά γίνεται , ίσως να είναι το ¨καλύτερο¨ από οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να συμβεί προς το παρόν ή και πιθανόν να ήταν αυτό που καταβάθος θέλαμε ή και αντέχαμε?» Και δεν λέω να μείνουμε απαθείς και να μην επιζητήσουμε τις ευθύνες των αρμοδίων ελέω κακοκαιρίας. Αλλά να ζητήσουμε και το δικό μας μερτικό σε αυτή την ευθύνη , καθώς πολλές οι παρωπίδες του ωχαδελφισμού και της αδιαφορίας , ακόμα και της ευθυνοφοβίας που έχουμε χρόνια τώρα. Μα και συνάμα πρέπει να κατανοήσουμε πως μόνο η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μας είναι ικανή να αλλάξει αυτό το βαρύ τοπίο που διαμορφώνουμε μέσα μας και έξω μας.

        Μην ξεχνάς πως τους καιρούς τους έχεις μέσα σου. Μην τους ντύνεις με παιδικούς γεροντισμούς. Γίνε εσύ σημείο αναφοράς. Να αφοράς τον άλλον φίλε μου. Ίσως εκεί κρύβεται η μαγεία , μα και η λύση. Ειδάλλως οι ευχές και οι επιθυμίες μας στο να μην ξαναζήσουμε όλα αυτά θα συνωστίζονται πιεστικά ως μια ληγμένη κομπόστα που μας έδωσαν δωρεάν. Ας μην γερνάμε ως παμφάγα στο έχειν, αλλά στο είναι, γιατί μόνον έτσι η κοινωνία μας θα πάει μπροστά. Ζούμε στην εποχή της Πρόσβασης , μα ζούμε και στην εποχή της Διάλυσης….με προκάτ εμπειρίες που μας έχουν αφήσει να πιστεύουμε  ότι εμείς τις επιλέγουμε. Χωρίς το γίγνεσθαι της ψυχούλας μας , αλλαγές στον κόσμο μας δε γίνονται. Ας λαχταρήσουμε για μια αληθινή δίψα για να ξαναβρεθεί η αξιοπρέπεια των ζωών μας και των συνανθρώπων μας. Μια δίψα που θα την «ξεδιψάσεις» στην πηγή της ευθύνης και της μπόρεσης.

        Βρες την άγκυρα σου μέσα σε μια ακατανόητη ζωή που κατοικεί σε όλες τις εποχές μας και σε όλους μας τους καιρούς…σήκωσέ την, άνοιξε τα πανιά σου και ως άλλος «Ιάσονας» κυνήγησε να κατορθώσεις τον άθλο σου. Η μόνη σημασία δεν είναι να βρεις το «Χρυσόμαλλο δέρας», η μόνη σημασία σε αυτό το δύσκολο ταξίδι είναι να συμπλεύσεις αρμονικά μαζί με τους διπλανούς σου, γιατί μόνο έτσι οι ζωές μας θα είναι οδοί και οδοιπόροι ταυτόχρονα σε όποια δυσκολία και εάν έρθει. Αναζήτα μέσα σου εκείνον τον καιρό που υπήρξες μια παιδική επιθυμία και άφησε ανεξίτηλα το ίχνος σου. Γιατί γεμίζουμε τον κόσμο μας με  σκοτάδι, αφού γεννηθήκαμε στο φως?....Μπορείς να βρεις την απάντηση εάν κοιτάξεις λίγο ένα κερί και δεις εκεί τους ίσκιους σου που σε περιπαίζουν. Εξερεύνησε τον κόσμο σου, το σύμπαν σου με αίσθηση χρέους και συναισθάνσου τους γύρω σου…

        Φίλε μου υπάρχουν ζωές που χαρίζονται σε ένα «σχεδόν» και πλαγιάζουν με ένα «ίσως», τουλάχιστον μην αφήσεις την ψυχή σου να ξοδευτεί για ένα «τίποτα»….

Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2021

Σημαιοφόρος της ζωής....


 

-«Μαμά, μαμά τι σημαίνει το όνομα του θείου;»

-«Τι εννοείς;…τίποτα δεν σημαίνει. Λέγεται Ναπολέων, όπως ο παλιός στρατηλάρχης της Γαλλίας».

-«Ααα…»

-«Δηλαδή εσύ τι πίστευες;»

-«Εεε..εγώ για να θυμάμαι επειδή είναι δύσκολο το όνομα, σκέφτηκα ότι σημαίνει ¨να η πόλη¨….».

          Ξεράθηκαν όλοι στα γέλια. Και πως όχι. Μπόμπιρας εγώ, ίσα ίσα που θυμάμαι τον εαυτό μου…προνήπια, νήπια. Κάπου εκεί θα ήμουν. Ο θείος μου ο Ναπολέων έσκυψε με ένα χαμόγελο καλοσύνης και με χάιδεψε στο κεφάλι…

-«Και και να σε ρωτήσω θείε κάτι άλλο;»

-«Ρώτα βρε μπαγάσα».

-« Και πότε γιορτάζεις δηλαδή εσύ; Για να σε θυμάμαι…»

-« Γιορτάζω των Αγίων Πάντων».

-«Ααα τώρα μάλιστα!», αναπήδησα με ενθουσιασμό, τινάχτηκα σαν πυροτέχνημα.

          Χρόνια ολάκερα μετά κατάλαβα και ερμήνευσα αυτόν μου τον ενθουσιασμό. Μέσα μου τότε η ψυχή μου είχε κατανοήσει πολλά. Γιόρταζε των Αγίων Πάντων και στο δικό μου παιδικό σύμπαν γράφτηκε ανεξίτηλα ότι γιόρταζε τότε γιατί σήμαινε «τα πάντα» για εμένα. Θείος, νονός, δεύτερος πατέρας, συνομιλητής των προβληματισμών μου, ενισχυτής στο να κερδίζω τους παιδικούς μου φόβους και ανησυχίες, ¨χορηγός¨ στα χατίρια για παιχνίδια που ήθελα. Γενναιόδωρος όπως μόνο αυτός ήξερε. Ήταν εκεί. Ήταν πάντα εκεί. Ακόμα και όταν δε το ζητούσα. Ακόμα και όταν δε το γνώριζα. Πίσω από την αυλαία, έτοιμος να επέμβει για να μην ξεχάσω τα «λόγια» μου. Από εχθές ο θείος μου, ο Ναπολέων, ως άλλος στρατηγός, έφυγε για να κατακτήσει τα μέρη του Παραδείσου. Πάει να συναντήσει τον παππού και την γιαγιά μου. Ο χρόνος  και ο χώρος πίσω που άφησε σέρνεται πυκνός και ταχύς. Βαρύς και βασανιστικός. Ο πόνος δυναμώνει τα σώματά μας, σαν να θέλει να κυριεύσει όλα τα οχυρά της ζωής μας. Χθες η νύχτα ήταν ψυχρή , μα διαυγής και μια ιερή σκόνη κάθονταν στα «μέσα» μου με τις παιδικές μου αναμνήσεις. Όπως τότε που μου πήρε το πρώτο μου ποδήλατο.

        Από χθες μέσα μου βγαίνουν λέξεις σαν ξυπνητήρια μνήμης. Τότε που έτρεχα σε εκείνον για να μου αναλύσει στα σχολικά μου χρόνια λέξεις και έννοιες που δεν καταλάβαινα, να μιλήσουμε για το θέμα της έκθεσης που μας έβαζε η δασκάλα να γράψουμε….και τόσα άλλα. Και εγώ χανόμουνα πότε ευτυχής, πότε βαριεστημένος μα πάντα με θαυμασμό στις ατελείωτες συζητήσεις που είχαμε περί των πάντων. Δεινός αφηγητής, εξαιρετικός γνώστης της Ιστορίας. Τελειόφοιτος της σχολής των αξιωματικών της Αστυνομίας και της Νομικής. Από τις αφηγήσεις που είχα ως παιδί για το θείο μου πάντα θυμάμαι το βραβείο έκθεσης που είχε πάρει πανελλαδικά με τίτλο «Η αποταμίευση». Και τότε αυτό το γεγονός ήταν σημαντικό για όλο το χωριό. Λες και το ίδιο δανείζονταν λίγο από την αίγλη του και την περηφάνεια.

        Θείε θα ήθελα τόσο πολύ να πω «ο παράδεισος μπορεί να περιμένει!». Μα ξέρω πως ο χρόνος επιμηκύνεται μερικές φορές όχι για να μας παρηγορήσει, αλλά για να μας προετοιμάσει. Να προετοιμάσει να μην ζούμε τις ζωές μας, τις πραγματικότητές μας σαν βάσανο και σαν λάθος, αλλά ως σπόρος που άντεξε μέσα στη γη και από βροχές και από κρύα και από ζέστες και θα βλαστήσει πάλι. Να κατανοήσουμε τι μάθαμε στη ζωή και τι ξεχάσαμε από αυτά που ζήσαμε για να συνεχίσουμε να ζούμε. Σήμερα η πραγματικότητα ήρθε και με βρήκε απρόσμενα σιωπηλό. Προσπαθώ να ξεκουκίσω το κομπολόι των νοημάτων μέσα μου από το «φευγιό» σου. Σαν σπόρος, Σαν θραύσμα. Σαν ψίθυρος. Να ξέρεις ότι ποτέ δεν θα πάψω να κοιτώ τα αστέρια. Γιατί ξέρω ότι από κάπου εκεί ψηλά θα μας φωτίζεις στα μονοπάτια μας ως σιωπηλό φως που θα γίνεται αφορμή για ερωτήσεις μέσα μας. Όπως τότε που μου είχες πάρει δώρο το πρώτο μου δημοσιογραφικό μαγνητοφωνάκι όταν σπόυδαζα και μου πες ότι δεν υπάρχουν πάντα σωστές απαντήσεις μα πρέπει να υπάρχουν πάντα σωστές ερωτήσεις.

        Σαν πείσμα στους καιρούς θα συνεχίζω να σε γιορτάζω και να σε τιμώ των Αγίων Πάντων, γιατί σήμαινες τα «πάντα» για εμένα και να κρατώ σαν φυλαχτό στο χέρι μου τη φράση σου «…μπορείς Άγγελε μπορείς». Άντε σειρά σου τώρα με το αντάρτικο πείσμα σου να αφηγηθείς ως σημαιοφόρος ζωής, στους αγγέλους εκεί ψηλά την ιστορία του Ναπολέοντα για το πώς «κατέκτησες» με τη γενναιόδωρη αγάπη σου την ευγνωμοσύνη πολλών ανθρώπων.

                                                                                                                Καλό Παράδεισο θείε…

Σε κάθε τρόπο σου, χωρά ο τόπος σου;

    Υπάρχουν φορές που οι άνθρωποι αμφισβητούν τις μνήμες τους, για να μην παίρνουν αληθινές απαντήσεις. Μα μπορεί ο άνθρωπος να ζήσει χωρ...