Τετάρτη 26 Αυγούστου 2020

Ανήμερη ψυχή… παράγεται η πραγματικότητα ή ερμηνεύεται;


 

                   Απομεσήμερο… ο Αύγουστος προσπαθεί να κάνει τατουάζ τις ζεστές ηλιαχτίδες πάνω στα κορμιά μας αυτές τις μέρες, λες και μας προμηνύει κάτι παγερό και ψυχρό που θα έρθει στις ζωές μας τον ερχόμενο καιρό σαν αναγκαία κατάσταση. Σήμερα οι σκέψεις μου ξετυλίγονται γενναιόδωρα, μοναχικά, επίμονα. Παρατηρώ ανθρώπους να πηγαινοέρχονται, να σουλατσάρουν ως προδιαγεγραμμένες πορείες σε αβέβαιους δρόμους με ανερμήνευτους ματαιόδοξους σκοπούς. Και κάπου εκεί μερικές φορές αναγνωρίζω και το ολόγραμμα μου.

               Οι μέρες αυτές μέσα μου περνάνε ακατοίκητες από ενδοιασμούς και «ίσως». Ερωτοτροπούν μόνο με το φως του ήλιου και τη σαγήνη της νύχτας. Οι μέρες μου αυτές περνάν ασυμμάζευτες, ασυγύριστες από μέτρα, σταθμά, κανόνες, που γράφονται στα εγχειρίδια των φόβων μας. Όλων των φόβων μας. Οι μέρες αυτές χωρούν τα αλλόκοτα βήματα της ψυχής μου. Τα ανήμερα. Πότε μπρος. Πότε πίσω. Πότε δεξά. Πότε ζερβά. Πότε επιτόπου. Βήματα που περιμένουν να πατηθούν ως τρύγος Σεπτέμβρη, να αγκαλιαστούν με μούστο προτροπής και προσμονής για κάτι όμορφο, να μυρίσουν σαν βαρέλι δρύινο γεμάτο διάκενα εμπειριών και κεντήματα επιθυμιών. Έχω στο μυαλό μου και την αρχή και το τέλος. Έχω στο μυαλό μου όμως και το ενδιάμεσο. Ως ένα ταξίδι χωρίς χάρτη, χωρίς gps για την πιο γρήγορη διαδρομή, χωρίς δρόμους με ή άνευ διοδίων. Ένα ταξίδι με στιγμές που πεθαίνουν λίγο αφότου γεννηθούν, αφού ο  τοκετός τους είναι ιερός και η διάρκειά τους είναι συντελεσμένος μέλλοντας.

                Ξέρεις κάτι; Τελικά πιστεύω πως τα χρόνια της ζωής μας δεν μετριούνται. Αλλά ζυγίζονται. Στο ζύγι που έχουμε μέσα μας. Τι υπερισχύει στη ζυγαριά μας; Η κατάθλιψη ή η δίψα για προσπάθεια και αντοχή; Τα γενόσημα φόβων ή ένα φρούτο γεμάτο βιταμίνες θάρρους και συνέπειας; Η απογοήτευση μιας μάσκας που μας ξεγελά ή μπόρεση στην καθαρή ματιά των βλεμμάτων μας; Ποιο πρόσημο αξίζει η δική μας εποχή; Και που να την εντάξουμε; Στις απογοητευτικές ή στις ελπιδοφόρες; Εγώ θέλω να ζω στο δεύτερο. Να κάνω τις μικρές μου απογοητεύσεις ελπιδοφόρες. Και όχι να τις αφήνω να σιγοντάρουν παραλογισμούς επιβίωσης.

                Απομεσήμερο Αυγούστου. Ήδη η μέρα αρχίζει να μικραίνει και εγώ συνειδητοποιώ πως το φως το εκτιμάς από τη σκιά του. Όταν το έχεις δεν το εκτιμάς. Όταν το χάνεις λυπάσαι. Άσε ανήμερη λοιπόν τη ψυχή σου να σε ερμηνεύσει πραγματικά και όχι την καθορισμένη πραγματικότητα σου να ερμηνεύσει την ψυχή σου. Πως; Με δύο δρασκελιές καρδιάς και ένα δράμι αγάπης και συμπόρευσης. Θα δεις πως θα μεταβάλλεις το ρυθμό του κόσμου. Του κόσμου σου. Του κόσμου γύρω σου. Άσε την αγάπη σου να χαμογελά χωρίς ανταπόκριση στην κάθε σου μέρα, στην κάθε σου συναναστροφή. Θα δεις τις στιγμές σου να γεννιούνται και ας πεθαίνουν αμέσως μετά. Γιατί κάθε μια είναι σαν να τη ζούμε έχοντας πεθάνει την αμέσως προηγούμενη. Αενάως αέναα.

               Δώσε χρόνο στην ανήμερη ψυχή σου να ομολογήσει τις σκευωρίες της λογικής σου. Μπας και αυτό που θέλεις να πλάσεις, να δημιουργήσεις, να αισθανθείς, να πράξεις...να ξεκινάει από αυτό που θες να φωτίσεις και όχι από αυτό που θες να κρατήσεις στο σκοτάδι. Μην φτάσεις στο σημείο να κρύβεις τις προτιμήσεις σου, τις αντιρρήσεις σου, τον εαυτό σου. Ειδάλλως θα είσαι ένα δεδικασμένο παρελθοντικό παρόν. Μην επιτρέπεις στη ζωή σου να ζεις μέσα σε ένα «είτε» και σε ένα «είτε». Μην σπρώχνεις τις ώρες σου να υφαίνουν τη ζωή σου. Πάρε τα σωματικά σου δρομολόγια και μπες στο συναίσθημα αυτό που δεν θα σου δίνει επιλογή. Γιατί δεν θα την χρειάζεσαι. Η αγάπη δεν έχει επιλογές άλλωστε. Πάρε και εσύ ένα ρεπό από την δήθεν ανέγγιχτη ηθική που σου μπόλιασαν και άσε εκεί τις μισοπεθαμένες ενοχές σου. Πείνασε σαν χειμώνας για λίγο φως μέσα σου. Άσε τη συνείδησή σου να γίνει μια φοβερή «κατάρα» για αυτούς που θέλουν να τη χειρουργήσουν με σκιές και προσταγές δειλιών.

             Στα άχρονα μάτια, τα ανήμερα της ψυχής σου άφησε το ανερμήνευτο αίμα της να ζήσει μια ζωή που δεν θα μπορείς να τη νοσταλγήσεις, γιατί θα την έχεις ζήσει ως το πιο ευτυχισμένο τέλος σου. Το άχρονο…

Τετάρτη 19 Αυγούστου 2020

...οι φωτιές μέσα μου αυτές δεν κλαίνε...

                 Εδώ ο χρόνος έχει λοξοδρομήσει προς μια φοβισμένη αιωνιότητα. Εδώ αόριστος, ενεστώτας και μέλλοντας φορούν ενίοτε το ίδιο σάβανο, χωρίς όμως να έχουν τον ίδιο τάφο και προπαντός χωρίς να υπάρχει η προσδοκία μιας «ανάστασης»… είμαι εδώ γιατί μου ζήτησαν κάτι. Συνέχεια μου ζητούν κάτι, από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου παιδί. Δεν θυμάμαι όμως τι. Για μένα είναι ασήμαντο. Για αυτούς σημαντικό. Εγώ δεν είμαι εδώ επειδή ζήτησα κάτι από αυτούς. Είμαι εδώ γιατί μου αρκεί που λατρεύω τα δέντρα και τις φωτιές των αστεριών που πέφτουν μέσα σε αυτά. Εάν δεν το χωράει η λογική σου, άσε την πίστη σου να γίνει μαέστρος και τη καρδιά σου μια φυσαρμόνικα. Ναι σου λέω, πέφτουν στα δέντρα οι φωτιές των άστρων και δεν τα καίνε. Παρά μόνο φωτίζουν τις κουφάλες τους. Το ένα πίσω από το άλλο. Μακάρι να γίνω και εγώ ένα δέντρο που το φως του αστεριού να φωτίζει τα μέσα μου. Τη δικιά μου κουφάλα. Και τότε να ερχόσουν. Ναι, να ερχόσουν σε όλες αυτές τις φωτεινές τρύπες του κορμού μου και με τη πιο συμπαντική αναπνοή σου-την πρώτη και την τελευταία σου-να έπαιζες φυσαρμόνικα πάνω μου. Να ακουμπούσες έστω και λίγο τα χείλη σου στις πληγές.  Τα πνευμόνια σου να δρόσιζαν τους φόβους μου. Στα χέρια σου να κούρνιαζα τους ανείπωτους ψιθύρους μου. Και η μελωδία που θα βγαίνει να γίνεται πυγολαμπίδα, που ως άλλο αστέρι να πετά και να με φωτίζει στις γκρίζες σκέψεις μου.

                Τούτο το ιερό, θα έπρεπε να είναι ο τόπος όπου οι ανθρώπινες σχέσεις θα αποκτούσαν τον πρώτο σκελετό τους. Τα κόκκαλά τους. Τα όργανά τους. Τη σάρκα τους. Και να τα ταΐζουν με τη μελωδία μιας φυσαρμόνικας σε νότες δημιουργίας, εφηβικής τρέλας, ανυπεράσπιστου έρωτα, παιδικού πείσματος, απρόβλεπτης αγάπης. Οι φωτιές μέσα μου αυτές δεν κλαίνε. Το ξυλόπνευμά τους λαθραία, γίνεται πυρακτωμένο κάρβουνο για όποιον αναστενάρη θέλει να το διαβεί και να μάθει πως δεν καίγεται όταν το θαύμα αιωρείται απειλητικά από πάνω του. Τα δέντρα μέσα μας ποτέ δεν αναπαύονται. Μετρούν τα αστέρια που πέφτουν ως προσδοκώμενη ευχή. Το θέμα είναι εάν ξέρουμε όλοι μας τι να ευχηθούμε. Τι απέμεινε να ευχηθούμε.

                Εδώ ο χρόνος συγκρατεί τις λεπίδες του πάνω από τα ορφανά συναισθήματά μας και εμείς ζούμε μέσα σε μια αποχαυνωτική λατρεία του περιττού σαν να μην υπάρχει αύριο. Είμαστε αιχμάλωτοι μιας καθυστέρησης υπόλογης, γιατί εξαιτίας της δεν συναντήσαμε τους εαυτούς μας. Αυτούς που συναισθανόμαστε στην πρώτη και τελευταία αναπνοή μας στη ζωή τούτη.  Για αυτό σου λέω μην πνιγείς μέσα σε μια βιαστική συγγνώμη για ακόμη μια φορά. Παρότρυνε το βλέμμα σου να συλλάβει τα δολώματα που σου δίνει ο Θεός και στέγασε τη ζωή σου σε παράθυρα ανοιχτά και πόρτες ξεκλείδωτες. Άσε το παιδί μέσα σου, άσε το παιδί δίπλα σου να αγγίζει το φεγγαρόφωτο σαν ένα παραπονιάρικο μελαγχολικό σκοπό μιας φυσαρμόνικας. Γιατί το τέλος ποτέ δεν είναι αρκετό για τον καθένα μας όταν έρθει. Άκου αυτό τον σκοπό και γίνε φαντάρος στα σύνορα  της καρδιάς σου και εκεί από τη δικιά σου σκοπιά, φώναξε «Αλτ τις ει» σε όποιον φόβο, σε όποια δειλία, σε όποιον εγωισμό θέλει να μπει μέσα σου. Μερικές φορές βλέπω πως όλα γύρω μας γίνονται, επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά μέσα σε έναν προσδόκιμο χρόνο ζωής και αυτό γιατί ίσως κανείς μας δεν είναι έτοιμος να πάει παρακάτω.

                Έλα σε ένα θαύμα μιας τυχαίας συνάντησης να σε γνωρίσω. Να με γνωρίσεις. Να σε αγγίξω. Να με αγκαλιάσεις. Να μπούμε ως κούτσουρο απελέκητο ο ένας στη φωτεινή κουφάλα του άλλου και εκεί να φωτιστούμε με τις αλήθειες των ζωών μας. Με το πώς φτάσαμε ως εδώ. Εκεί μέσα κρύβεται η αμετάφραστη ζωή μας. Μη γίνεις μια ανάμνηση που ίσως δεν βρεθεί ποτέ. Κολύμπα ελεύθερα στις χρονολογίες που γεννούν τα συναισθήματά σου και αιφνιδίασε τις λέξεις που σε φοβίζουν και καταστρατηγούν τη ζωή σου. Να ξέρεις μέσα σου πως η αγάπη που θες να δώσεις δεν είναι η περιγραφή της. Είναι οι αλήθειες σου που ιππεύουν τις πράξεις σου. Είναι η ειλικρίνειά σου που ζεσταίνει τις ρωγμές του διπλανού σου. Είναι η εμπιστοσύνη σου που γεμίζει το κουτάλι της μπόρεσης για αυτόν που το χρειάζεται. Είναι η συγχώρεση που σαν μαστός γυναίκας περιμένει να ταΐσει την πείνα των λαθών και να σου δώσει στοργή.

                «θα τα καταφέρω!» μονολόγησε με πίστη η ζωή σου και γίνηκε σκοπός φυσαρμόνικας στα χείλη σου που στέργει τις φωτιές των αστεριών να φωτίσει τα κουφάρια της, όπως ακριβώς τα δέντρα, που εκεί κατοικούν οι πυγολαμπίδες των θαυμάτων. 

Παρασκευή 14 Αυγούστου 2020

...διάλογος με την Παναγιά...


…ο χρόνος μας γίνηκε ο τόπος που δεν θα ξαναβρούμε, μα εμείς συνεχίζουμε να είμαστε πρόσφυγες ακόμα και στην μοναξιά μας. Τα όνειρα μας αναπαύονται σε χρόνο υπερσυντέλικο. Και οι μόνες μας εκδρομές που κάνουμε πλέον είναι μέσα σε ορισμούς, που ορίζουν τις ζωές μας. Πως φτάσαμε τόσο πολύ να απέχουμε ο ένας από τον άλλο; Τα όνειρα πλέον, όλο και πιο αραιά στάζουν στα μαξιλάρια μας. Αναρωτήσου έστω για λίγο… αν το σώμα σου φτιαχνόταν και φαίνονταν από τις καλές ή κακές σου πράξεις, από τα καλά ή τα κακά σου συναισθήματα,  από τις καλές ή κακές σου σκέψεις, πως θα ήταν; Πως θα ήταν στα μάτια των γύρω σου, αλλά και του ίδιου σου του εαυτού; Μπορείς να περιγράψεις; Αντέχεις;

 Ξέρω… θα σωπάσεις. 

Και εγώ θα σε αγκαλιάζω με μια πειστική ειλικρίνεια, με ένα συλλαβισμό ψυχής πως τίποτα δεν είναι μάταιο, κανένα βλέμμα, κανένα βήμα, καμία ανάσα, κανένα δάκρυ. Ετοίμασε τον ίσκιο σου να είναι ακόμα και αυτός ετοιμοπόλεμος. Άσε τις παρθένες περιπέτειες της ψυχής σου στον επόμενο τόνο που δείχνει το πιεστικό ρολόι σου να είναι λάθος για να δεις αν θα αντέξεις τις αληθινές σου επιθυμίες. Άσε τη ζωή σου να αλητεύσει στην αθωότητα που είχες ως παιδί, σαν τελευταία προσευχή. Γιατί όσα ξοδέψεις … τόσα θα λάβεις. Πάρε τούτη την παραμάνα των ονείρων σου και ξανατυλίξου σε αυτά ως ένα τραύμα που γίνεται θαύμα.

                               Μνήμες στο κεφάλι, σημάδια στο κορμί

                               από όνειρα που σβήνει το πρωί

                               δεν χωρώ τις ματιές στη μέρα  

                               τις ενοχές που φεύγουν πέρα.

 

                                Μνήμες σε ημερολόγια

                                φυλακίζουν τα δικά μου λόγια

                                σαν παιδί με σκόρπιες λέξεις

                                που σου ζητώ να κλέψεις.

 

                                Και τώρα σαν κομπάρσος

                                ντύνομαι με λίγο θράσος

                                για αυτές τις στιγμές,

                                που ψάχνουν ένα χθες

                                για εκείνες τις στιγμές,

                                που φούμαρα … κλαίς

 


Σε κάθε τρόπο σου, χωρά ο τόπος σου;

    Υπάρχουν φορές που οι άνθρωποι αμφισβητούν τις μνήμες τους, για να μην παίρνουν αληθινές απαντήσεις. Μα μπορεί ο άνθρωπος να ζήσει χωρ...