Πέμπτη 21 Μαΐου 2020

Εσύ μπορείς να πιάσεις τη μυρωδιά με τα χέρια σου;


21-05-2020.
Ζόρικη μέρα σήμερα. Από το πρωί με είχε συνεπάρει ένας εκνευριστικός πονοκέφαλος που από πρωινό φλερτ, εξελίχτηκε σε μοιραίο ραντεβού. Κάτι μέσα μου, μου προκαλούσε μια κουραστική αναταραχή, έναν εξαντλητικό πόνο στις σκέψεις μου, στο συνειδητό και ασυνείδητο μου. Ένιωθα αναρτημένος σαν σκόνη μέρας που πέρασε. Η πρώτη μου αυθόρμητη κίνηση ήταν να πάρω ένα παυσίπονο. Κίνηση που τελικά ήταν αναποτελεσματική.
Σκέφτηκα ότι πρέπει να αιφνιδιάσω τον εαυτό μου, να τον ανατρέψω, ειδικά σήμερα που βρισκόταν στον πάγκο και δεν έμπαινε ούτε καν σαν αλλαγή στο τερέν ετούτης της μέρας. Σκέφτηκα πως το σώμα μου είναι μονάχα μια πρόφαση και έτσι λίγο πριν στραγγίξουν τα ένστικτα μου, πήρα στο δισάκι μου μια παλιά θύμηση και βγήκα να σεργιανίσω για λίγο έξω.  Δεν ξέρω τι θύμηση ήταν αυτή, δεν καταλάβαινα τι θυμήθηκα, γιατί το θυμήθηκα… για πόσο θα διαρκέσει. Νιώθω τούτη την ώρα της βόλτας, σαν ένα ημερολόγιο χωρίς ημερομηνίες. Δεν με ενδιαφέρουν οι μέρες, οι μήνες… τίποτα. Δεν σχεδιάζω τη ζωή μου να τη δω. Θέλω να τη ζήσω απλά, ταπεινά. Ξέρεις, η ζωή πάντα υπερβαίνει το περιτύλιγμα της. Καθώς περπατώ, αυτή η παλιά μου θύμηση, γεμίζει σιγά σιγά με λέξεις, με νοήματα, με υπάρξεις, με στεναγμούς… που μέσα τους ξεγελιέμαι, κερδίζω, χάνω… ζω.
Χαμένος στο διάβα μου, σηκώνω το βλέμμα μου αντίκρυ από ένα  μικρομάγαζο, σε ένα στενό δρομάκι δίπλα από κάτι εγκαταλελειμμένες βιοτεχνίες στην Νέα Ιωνία. Η επιγραφή του σε ενημέρωνε πως πουλούσε λιβάνια από όλα τα πέρατα του κόσμου. Μπήκα, διάλεξα και ξάφνου στο χέρι μου είχα να μυρίσω το λιβάνι των αγγέλων και το άλλο, το λιβάνι της ερήμου. Μπορεί η αφή να γίνει άραγε όσφρηση και η όσφρηση ένα ταξίδι στιγμιαίο, σε ένα χωροχρόνο που ένιωθες την απόλυτη ελευθερία μιας ερήμου μόνο που δεν ήσουν έρημος, αλλά γύρω σου μοσχοβολούσαν τα φτερουγίσματα των αγγέλων; Ναι, μπορείς! Η θύμηση μου, αυτή η γριά θύμηση, γινόταν ξάφνου νεαρή κοπέλα και με προσκαλούσε να μην γίνω γνήσιο αντίγραφο ζωής, αλλά μια φλόγα μνήμης που δεν καίει, αλλά ζεσταίνει τις ψυχές.  Κρατούσα στα χέρια μου τα λιβάνια και αυτό το ρετσίνι από κέδρο ένωνε εμένα με ανθρώπους από το Ομάν, την Υεμένη, όπου δημιουργήθηκε η πρώτη ύλη. Ύλη που γίνηκε προσευχή για εμένα. Μια προσευχή που ξεκούμπωσε τα μάτια μου για να βλέπω καλύτερα, για να βλέπω με τα μάτια της ψυχής. Κάτι τέτοιες στιγμές σκέφτομαι πως οι ζωές των άλλων είναι και η δική σου ζωή. Αρκεί οι καρδιές μας να είναι ετοιμοπόλεμοι κρατήρες που με τη λάβα τους να κάψουν όλα τα κακώς καμωμένα.
Έφτασα στο σπίτι μου μέσα σε μια κατανυκτική διάθεση.  Ήρεμη, απλή, σοφή. Χωρίς πονοκεφάλους πια. Έβαλα το λιβάνι στο θυμιατό και η αγιαστική χάρη του Θεού γίνηκε θυμίαμα ανάστασης ψυχής, όλων των ανθρώπων, όλων των φυλών, όλης της οικουμένης. Μην γινόμαστε λοιπόν εμείς οι άνθρωποι, θυμιατήρια ψυχών που κλάφτηκαν βουβά. Μπορούμε να αλλάξουμε και όχι να δραπετεύσουμε μέσα από τις δυσκολίες που υπάρχουν και που θα έρθουν. Θέλω το τραύμα μας να γίνει θαύμα μας και να ειπωθεί σε όλη την οικουμένη. Ως σχοινοβάτης του ανύποπτου χρόνου μου, θέλω να γίνω ο καπνός από λιβάνι θυμιατού και να ανέβω ψηλά, πολύ ψηλά… να αγγίξω τον τρούλο του ουρανού και ο Θεός να με μυρίσει ως μια ταπεινή προσευχή.  Εσύ μπορείς να πιάσεις τη μυρωδιά με τα χέρια σου;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Από το φως και τις πληγές μας εκπορευόμαστε...

  Απόψε Χριστέ μου, έχω ανάγκη να ξαποστάσω στου σύμπαντος τα πεζούλια. Απόψε Χριστέ μου, μάθε μου, πώς είναι να χαρίζεσαι; Γιατί η μνήμη ...