Τετάρτη 19 Αυγούστου 2020

...οι φωτιές μέσα μου αυτές δεν κλαίνε...

                 Εδώ ο χρόνος έχει λοξοδρομήσει προς μια φοβισμένη αιωνιότητα. Εδώ αόριστος, ενεστώτας και μέλλοντας φορούν ενίοτε το ίδιο σάβανο, χωρίς όμως να έχουν τον ίδιο τάφο και προπαντός χωρίς να υπάρχει η προσδοκία μιας «ανάστασης»… είμαι εδώ γιατί μου ζήτησαν κάτι. Συνέχεια μου ζητούν κάτι, από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου παιδί. Δεν θυμάμαι όμως τι. Για μένα είναι ασήμαντο. Για αυτούς σημαντικό. Εγώ δεν είμαι εδώ επειδή ζήτησα κάτι από αυτούς. Είμαι εδώ γιατί μου αρκεί που λατρεύω τα δέντρα και τις φωτιές των αστεριών που πέφτουν μέσα σε αυτά. Εάν δεν το χωράει η λογική σου, άσε την πίστη σου να γίνει μαέστρος και τη καρδιά σου μια φυσαρμόνικα. Ναι σου λέω, πέφτουν στα δέντρα οι φωτιές των άστρων και δεν τα καίνε. Παρά μόνο φωτίζουν τις κουφάλες τους. Το ένα πίσω από το άλλο. Μακάρι να γίνω και εγώ ένα δέντρο που το φως του αστεριού να φωτίζει τα μέσα μου. Τη δικιά μου κουφάλα. Και τότε να ερχόσουν. Ναι, να ερχόσουν σε όλες αυτές τις φωτεινές τρύπες του κορμού μου και με τη πιο συμπαντική αναπνοή σου-την πρώτη και την τελευταία σου-να έπαιζες φυσαρμόνικα πάνω μου. Να ακουμπούσες έστω και λίγο τα χείλη σου στις πληγές.  Τα πνευμόνια σου να δρόσιζαν τους φόβους μου. Στα χέρια σου να κούρνιαζα τους ανείπωτους ψιθύρους μου. Και η μελωδία που θα βγαίνει να γίνεται πυγολαμπίδα, που ως άλλο αστέρι να πετά και να με φωτίζει στις γκρίζες σκέψεις μου.

                Τούτο το ιερό, θα έπρεπε να είναι ο τόπος όπου οι ανθρώπινες σχέσεις θα αποκτούσαν τον πρώτο σκελετό τους. Τα κόκκαλά τους. Τα όργανά τους. Τη σάρκα τους. Και να τα ταΐζουν με τη μελωδία μιας φυσαρμόνικας σε νότες δημιουργίας, εφηβικής τρέλας, ανυπεράσπιστου έρωτα, παιδικού πείσματος, απρόβλεπτης αγάπης. Οι φωτιές μέσα μου αυτές δεν κλαίνε. Το ξυλόπνευμά τους λαθραία, γίνεται πυρακτωμένο κάρβουνο για όποιον αναστενάρη θέλει να το διαβεί και να μάθει πως δεν καίγεται όταν το θαύμα αιωρείται απειλητικά από πάνω του. Τα δέντρα μέσα μας ποτέ δεν αναπαύονται. Μετρούν τα αστέρια που πέφτουν ως προσδοκώμενη ευχή. Το θέμα είναι εάν ξέρουμε όλοι μας τι να ευχηθούμε. Τι απέμεινε να ευχηθούμε.

                Εδώ ο χρόνος συγκρατεί τις λεπίδες του πάνω από τα ορφανά συναισθήματά μας και εμείς ζούμε μέσα σε μια αποχαυνωτική λατρεία του περιττού σαν να μην υπάρχει αύριο. Είμαστε αιχμάλωτοι μιας καθυστέρησης υπόλογης, γιατί εξαιτίας της δεν συναντήσαμε τους εαυτούς μας. Αυτούς που συναισθανόμαστε στην πρώτη και τελευταία αναπνοή μας στη ζωή τούτη.  Για αυτό σου λέω μην πνιγείς μέσα σε μια βιαστική συγγνώμη για ακόμη μια φορά. Παρότρυνε το βλέμμα σου να συλλάβει τα δολώματα που σου δίνει ο Θεός και στέγασε τη ζωή σου σε παράθυρα ανοιχτά και πόρτες ξεκλείδωτες. Άσε το παιδί μέσα σου, άσε το παιδί δίπλα σου να αγγίζει το φεγγαρόφωτο σαν ένα παραπονιάρικο μελαγχολικό σκοπό μιας φυσαρμόνικας. Γιατί το τέλος ποτέ δεν είναι αρκετό για τον καθένα μας όταν έρθει. Άκου αυτό τον σκοπό και γίνε φαντάρος στα σύνορα  της καρδιάς σου και εκεί από τη δικιά σου σκοπιά, φώναξε «Αλτ τις ει» σε όποιον φόβο, σε όποια δειλία, σε όποιον εγωισμό θέλει να μπει μέσα σου. Μερικές φορές βλέπω πως όλα γύρω μας γίνονται, επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά μέσα σε έναν προσδόκιμο χρόνο ζωής και αυτό γιατί ίσως κανείς μας δεν είναι έτοιμος να πάει παρακάτω.

                Έλα σε ένα θαύμα μιας τυχαίας συνάντησης να σε γνωρίσω. Να με γνωρίσεις. Να σε αγγίξω. Να με αγκαλιάσεις. Να μπούμε ως κούτσουρο απελέκητο ο ένας στη φωτεινή κουφάλα του άλλου και εκεί να φωτιστούμε με τις αλήθειες των ζωών μας. Με το πώς φτάσαμε ως εδώ. Εκεί μέσα κρύβεται η αμετάφραστη ζωή μας. Μη γίνεις μια ανάμνηση που ίσως δεν βρεθεί ποτέ. Κολύμπα ελεύθερα στις χρονολογίες που γεννούν τα συναισθήματά σου και αιφνιδίασε τις λέξεις που σε φοβίζουν και καταστρατηγούν τη ζωή σου. Να ξέρεις μέσα σου πως η αγάπη που θες να δώσεις δεν είναι η περιγραφή της. Είναι οι αλήθειες σου που ιππεύουν τις πράξεις σου. Είναι η ειλικρίνειά σου που ζεσταίνει τις ρωγμές του διπλανού σου. Είναι η εμπιστοσύνη σου που γεμίζει το κουτάλι της μπόρεσης για αυτόν που το χρειάζεται. Είναι η συγχώρεση που σαν μαστός γυναίκας περιμένει να ταΐσει την πείνα των λαθών και να σου δώσει στοργή.

                «θα τα καταφέρω!» μονολόγησε με πίστη η ζωή σου και γίνηκε σκοπός φυσαρμόνικας στα χείλη σου που στέργει τις φωτιές των αστεριών να φωτίσει τα κουφάρια της, όπως ακριβώς τα δέντρα, που εκεί κατοικούν οι πυγολαμπίδες των θαυμάτων. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Από το φως και τις πληγές μας εκπορευόμαστε...

  Απόψε Χριστέ μου, έχω ανάγκη να ξαποστάσω στου σύμπαντος τα πεζούλια. Απόψε Χριστέ μου, μάθε μου, πώς είναι να χαρίζεσαι; Γιατί η μνήμη ...