Τετάρτη 14 Ιουλίου 2021

Πού πάνε τα σύννεφά σου;



 

        Τούτο το βράδυ με βρήκε στο μπαλκόνι. Με έναν αναπτήρα μπόρεσης…γιατί σήμερα θέλω να καπνίσω τις μνήμες μου. Τούτο το κείμενο έχει ήδη γραφτεί πριν το χρόνο που ζω τώρα. Γεμάτο λέξεις, έτοιμες να λιποτακτήσουν από τα πρέπει και δήθεν, από φόβους και ψυχικές δικτατορίες. Γεμάτο τελείες, τόνους και αποσιωπητικά που έχασαν το νόημά τους στο διάβα των αναγκών που επιβάλλουμε επάνω τους. Οπότε το μόνο που μου απομένει είναι και εγώ τώρα με τη σειρά μου, να κοιτώ αυτές τις αράδες, αυτές τις λέξεις, αυτά τα σημεία στίξης και ένα-ένα, μία-μία να τα αποσύρω, να τα τραβώ πριν βρουν μια ματαιωμένη μοίρα νοήματος. Και τι θα απομείνει; Μη με ρωτάς. Απλά δες. Δες το τέλος σου εκεί πάνω. Θα απομείνει μια λευκότητα πάνω σε τούτο το χαρτί που θα εξιστορήσει τις ορφανές λέξεις μας, μα και θα αποκαλύψει και την έξοδο. Ναι, την έξοδο. Την έξοδο στον προορισμό σου. Αμαυρώνουμε  τις ψυχές μας κάθε μέρα, τρεφόμαστε με μουντά συναισθήματα, καρβουνιάζουμε τους χτύπους των καρδιών μας. Τι σου ζητώ; Να βρεις τον προορισμό σου σε αυτή τη λευκή κόλλα χαρτί. Να ξαναβρείς την πληρότητα της αγνότητάς σου, την ολόλευκη ελπίδα σου. Μέχρι αυτή η λευκή κόλλα χαρτί να γίνει το σύννεφό σου. Το σημείο επαφής σου με τα άνωθέν σου. Της ψυχικής σου πραγματικότητας. Αυτή λείπει, για να σωθούμε. Εκεί θα βρεις τα αρχέγονα μυστικά σου. Οπότε εσύ που πας τα σύννεφά σου; Τι σχήμα τους δίνεις; Σε ποια μοίρα θα τα οδηγήσεις; Σε αυτή του φευγιού μιας δειλίας ή στον προορισμό μιας βροχής που θα ξεπλύνει τα μέσα σου και θα ξεδιψάσει τα άνυδρα συναισθήματά σου;

        Ζούμε μέρες, εποχές, δυσερμήνευτες, όχι γιατί είναι , αλλά γιατί εμείς έχουμε ξεχάσει να τις «μεταφράσουμε» με τις ψυχικές τους διαστάσεις. Και κλεινόμαστε ως τρωκτικά σε ένα κλουβί, γυρίζοντας αενάως μάταια σε μια ρόδα κατάθλιψης και πανικού. Λες και είμαστε οι κρατούμενοι της Ιστορίας. Μα εμείς δεν την συνδημιουργούμε όλοι μαζί; Ή μήπως έχουμε παραιτηθεί αυτού του δικαιώματος; Τότε είναι που θα βαπτιστούν τα δικαιώματα…προστάγματα υποχρέωσης…άρα μην «κλαιγόμαστε» που αποφασίζουν ερήμην μας για εμάς. Λες και ξεχνάμε όλα όσα «πρέπει» να ξεχαστούν… Για να εμπιστευτείς τον άλλον, πρέπει πρώτα να εμπιστευτείς τον Εαυτό σου. Πότε ήταν η τελευταία φορά που τον εμπιστεύτηκες πραγματικά; Και εάν τον εμπιστεύτηκες, γιατί αφήνουμε στα παιδιά μας έναν κόσμο, έναν πλανήτη, μια κοινωνία, μια γειτονιά, γεμάτους από σαθρές άξιες, γεμάτους ελλείψεις από δικαιοσύνη, φτώχεια και ανισορροπίες; Και εδώ μιλώ για εποχές πριν της πανδημίας του ιού. Ή τελικά όχι δεν τον έχουμε εμπιστευτεί και απλά ζούμε με δανεικές προτροπές, συμβουλές, καθοδηγήσεις…για να μην φέρουμε ποτέ καμία ευθύνη, γιατί καταβάθος  δεν μας βολεύει να φέρουμε ευθύνη, άρα και πρωτοβουλία, επιθυμία, όνειρο, λαχτάρα επιλογής. Αλλά πάντα φίλε μου υπάρχει η επιλογή. Αρκεί να μην γίνεις εσύ αυτή για τους άλλους. Ζούμε σε συγχυσμένες μεταφράσεις υποκρισίας, με καρδιές χωρισμένες σε στρατόπεδα, με αντιδικίες, αφορισμούς, με ρατσιστικές σκέψεις, με φασιστικά συναισθήματα, με μονομερείς φόβους, ζούμε στον πλανήτη του ΕΓΩ… Πως φτάσαμε αδελφέ μου έως εδώ; Γιατί το δικό σου μέλλον να είναι το δικό μου παρελθόν; Ας δούμε τι μας ενώνει και όχι τι μας χωρίζει. Ή μήπως δεν μας ενώνει τίποτα; Γιατί τότε η ανθρώπινη αξία χάνει το νόημά της και είμαστε όλοι υπεύθυνοι σε αυτό…εκτός των παιδιών….Αυτό που μας ενώνει όμως τελικά δεν είναι αποκλειστικά η ζωή, αλλά είναι τελεσίδικα η αγάπη και η ελευθερία που φέρει μέσα της αυτή η ζωή. Ζωή χωρίς αγάπη, είναι ένα τζουκ-μποξ που δεν έχεις κέρμα να βάλεις σε αυτό, για να χορέψεις, να ακούσεις, να παρασυρθείς σε αρχέγονους συμπαντικούς ρυθμούς και τα δισκάκια δεν θα είναι τίποτα άλλο πάρα μαύρο δίσκοι σερβιρίσματος μιας αξόδευτης ψυχής. Ναι, φίλε μου, η ψυχή πρέπει να ξοδεύεται για να βρει την ύπαρξή της, την εκπλήρωσή της, για να γίνεις αυτό που ήσουν πριν μπουκώσεις αποκλειστικά και μονοδιάστατα με δυτικούς τρόπους σκέψης και ζωής.

        Εγώ θα επιμένω να μας ρωτώ…πως φτάσαμε έως εδώ; Μην μου πεις ότι δεν ξέρεις. Φτάσαμε με την απουσία μας, ενώ «ζούμε». Σήμερα η πραγματικότητα με έφερε αντιμέτωπο με τις πράξεις των ανθρώπων, αλλά παράλληλα σοφά και απλόχερα μου έδωσε τη λύση της. Εκεί σε μια γωνιά του δρόμου συνάντησα έναν παλαιωμένο σκουροπράσινο καναπέ. Βγαλμένο από άλλες εποχές, όπου κάθονταν οι χθεσινοί μας εαυτοί. Εγκαταλελειμμένο, μα τοποθετημένο με την όψη προς τον τοίχο. Και σκέφτηκα αυτό είναι! Αυτή είναι η θέση των καναπέδων στα σπίτια μας. Προς τον τοίχο. Ή θα έπρεπε να είναι. Γιατί στη μια περίπτωση καθόμαστε ηθελημένα «ανάπηροι» μπροστά σε ένα δολοφονικό κουτί συνειδήσεων- ως επί το πλείστο-  πληροφόρησης και ψυχαγωγίας , γεμάτο από φόβους, τρόμους, βιασμούς, δυστυχίες, άχρηστες ψυχαγωγικές εκπομπές ποτισμένες από κουτσομπολιά από τις ζωές των άλλων. Και η δική σου ζωή, η δικιά σου ζωή αδελφέ μου που είναι; Ή μήπως τη θεωρείς δεδομένη; Για αυτό πιο τίμιο είναι να γυρίσουμε τους καναπέδες μας στραμμένους προς στους τοίχους. Μπας και δούμε την αλήθεια του αδιεξόδου που έχουμε βάλει τους εαυτούς μας. Μπας και ξεβολευτούμε από τις άχρηστες και ανούσιες βολές μας, ειδάλλως θα έχουμε ζωές επί του κανα-πέος. Δεν ζητώ συγγνώμη για τη σκληρότητα των λέξεών μου και των σκέψεών μου. Σας ζητώ συγγνώμη που δεν έχω κάνει αυτά που θα μπορούσα, που δεν βοήθησα όσο ήθελα, που δείλιασα από εγωισμό. Ζητώ συγγνώμη σε εσένα, σε εκείνον…σε εμένα.

        Σήμερα τα ψυχολογικά μου οστά θέλω να βρουν το βήμα της στιγμής τους. Στην εποχή μας ζούμε τελικά το δώρο μιας «τιμωρίας» που δεν θα τελειώσει, εάν εμείς οι ίδιοι δεν κοιταχτούμε στον καθρέπτη της αυτοκριτικής και της ταπεινότητας. Αδελφέ δεν υπάρχουν οι μεν και οι δεν. Υπάρχει το εγώ που δεν έγινε εμείς τόσα χρόνια , που κάναμε τις ζωές μας βολικές στις αδυναμίες μας, που ποτέ δεν αναρωτηθήκαμε «γιατί;» και που ποτέ αυτό το «γιατί» δεν βρήκε απάντηση μέσα από τις πράξεις μας. Μην βιαστείς να κατακρίνεις , γιατί αργά η γρήγορα θα βρεθείς όμηρος της δικιάς σου κατάκρισης. Μην βιαστείς να μισήσεις σε όποια όχθη και να είσαι. Εγώ δεν ανήκω σε καμιά από αυτές, όσα δίκαια και άδικα κουβαλάνε. Παρά μονάχα κοίταξε το ποτάμι που ενώνει αυτές τις όχθες. Εκεί θα βρεις τη λύση. Στη ροή του. Στη ροή των « μέσα» σου, ειδάλλως θα ζήσουμε σε μια αεροστεγή και αδυσώπητη μοναξιά….και αργά ή γρήγορα θα νιώσουμε και θα καταλάβουμε πόσο ανάγκη έχουμε ο ένας τον άλλον. Αδελφέ μου να ξέρεις ότι οι άνθρωποι που μιλάνε για ήθος συνήθως είναι αυτοί από τους οποίους το ήθος λείπει παντελώς. Το ήθος δεν λέγεται, δεν διαφημίζεται, δεν επιβάλλεται…απλά το ζεις έμπρακτα και σιωπηλά.

        Σήμερα νιώθω ότι οι λέξεις που αποτραβώ από αυτή την κόλλα χαρτί, μας γδέρνουν και οι αλήθειες που μένουν πίσω τους θα μείνουν ανείπωτες, αφού αφήνουμε τις σιωπές μας να τις μαστιγώνουν. Μα να θυμάσαι φίλε μου ότι τα αγκάθια των αληθειών αυτών δεν θα γεράσουν ποτέ. Μέχρι να ματώσεις. Για να δεις πως έτσι και μόνον έτσι θα είσαι ζωντανός. Άνθρωπε μην φοβάσαι με απελπισία τον θάνατο….είναι υποχρεωτικός αργά ή γρήγορα. Οπότε αφού δεν ξέρουμε πότε θα «αναχωρήσουμε», μπορούμε να ξέρουμε πως έχουμε ζήσει έως τότε. Τις κάπνισα και σήμερα τις μνήμες μου. Εις μνήμην λοιπόν… αφού οι λέξεις που έχουν γραφτεί βρήκαν τον σκοπό τους και λυτρώθηκαν, έφυγαν. Και εγώ έμεινα μονάχος μπροστά σε μια ολόλευκη κόλλα χαρτί που έχει πολλά να πει…έμεινα με την ψυχή μου. Και όταν όλα τελειώσουν, τότε και μόνον τότε, θα αναμετρηθεί ο καθένας με τη δικιά του…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Από το φως και τις πληγές μας εκπορευόμαστε...

  Απόψε Χριστέ μου, έχω ανάγκη να ξαποστάσω στου σύμπαντος τα πεζούλια. Απόψε Χριστέ μου, μάθε μου, πώς είναι να χαρίζεσαι; Γιατί η μνήμη ...